oaednews

Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2018

Άνεργες και άστεγες ζωές

Του Σάββα Γ. Ρομπόλη*
Το βιβλίο της Δ. Παπαδοπούλου και του Ν. Κουραχάνη, «Άστεγοι και Κοινωνικός Αποκλεισμός στην Ελλάδα της Κρίσης», από τις εκδόσεις Τόπος (Αθήνα, 2017) συνιστά ένα ενδιαφέρον, επίκαιρο, επιμελημένο, θεωρητικού και εμπειρικού χαρακτήρα, κατά βάση, πόνημα, το οποίο προσπαθεί στα τέσσερα κεφάλαια που περιλαμβάνει, να καταθέσει μία επιστημονική συνεισφορά και μία πρόταση διαλόγου σχετικά με τα ακραία φαινόμενα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, όπως είναι η έλλειψη στέγης.
Η μεθοδολογική προσέγγιση εστιάζεται στη θεωρητική και ερμηνευτική διάσταση των αιτίων (κοινωνικές ανισότητες), της κοινωνικής και θεσμικής ανάλυσης του κοινωνικού αποκλεισμού και τη σύζευξη της σύστασης και της διεύρυνσής του με την έλλειψη στέγης. Θεωρούμε, μάλιστα, τολμηρή την απόπειρα διερεύνησης της έλλειψης στέγης, με την έννοια της επιστημονικής και ερευνητικής λιτότητας που επικρατεί στην αναζήτηση του συγκεκριμένου σύνθετου φαινομένου. Ιδιαίτερα όταν η κατανόησή του προϋποθέτει σημαντική και συστηματική προσπάθεια σύνθεσης, ανάλυσης με πολλαπλά μεθοδολογικά εργαλεία έρευνας, διαφορετικών πεδίων των κοινωνικών επιστημών.

Σύγχρονα κοινωνικά νεοπλάσματα
Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι το φαινόμενο του αποκλεισμού, ως κοινωνική κατασκευή των σύγχρονων κοινωνιών, σε όλες τις διαστάσεις του πολλαπλασιάζεται και επεκτείνεται πληθυσμιακά κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και ύφεσης, παράγοντας νέες αποκλεισμένες ομάδες και προσδίδοντας νέες ποιοτικές διαστάσεις στις παλαιότερες αποκλεισμένες ομάδες. Θεωρούν ορθά, κατά τη γνώμη μας, ότι η σημαντικότερη από αυτές εντοπίζεται στους άστεγους πληθυσμούς και στην έλλειψη στέγης, ως φαινόμενο ακραίας κοινωνικής παθογένειας, το οποίο μαζί με την ανεργία αποτελούν, όχι όπως υποστηρίζεται ευρέως τα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα, αλλά τα σύγχρονα κοινωνικά νεοπλάσματα (άνεργος και άστεγος). Συνιστούν μάλιστα τις συνέπειες, μεταξύ των άλλων, των στρατηγικών επιλογών της παραγωγικής-τεχνολογικής και άνευ όρων αναδιάρθρωσης και εξυγίανσης των οικονομικών και κοινωνικών σχηματισμών.
Στην κατεύθυνση αυτή, από τις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας, επιβλήθηκαν στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Κύπρο κλπ, από τους εκπροσώπους των δανειστών (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ) και υλοποιήθηκαν και υλοποιούνται από τις εθνικές κυβερνήσεις, όπως για παράδειγμα στην Ελλάδα, τα τρία προγράμματα (μνημόνια), νεοφιλελεύθερης έμπνευσης, της λιτότητας, της ύφεσης, των κοινωνικών ανισοτήτων (το 2016 στην Ελλάδα το 20% του πλουσιότερου τμήματος του πληθυσμού είχε εισοδήματα 6,5 φορές μεγαλύτερα από αυτά που είχε το 20% του φτωχότερου τμήματος του πληθυσμού), της ανεργίας, της εσωτερικής υποτίμησης και της ελεγχόμενης χρεοκοπίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά από οκτώ χρόνια εφαρμογής, τα μνημόνια στην Ελλάδα επιδιώκουν, επιπλέον, το γεωστρατηγικό και γεωοικονομικό μετασχηματισμό του μοντέλου της άνισης ανάπτυξης Βορρά-Νότου, σε νεο-αποικιοκρατικές ασύμμετρες σχέσεις εξάρτησης και μειωμένης εθνικής κυριαρχίας. Στην Ελλάδα οι συνέπειες της εφαρμογής των μνημονίων εστιάζονται, μεταξύ των άλλων, στην αύξηση της ανεργίας (1.050.000 άτομα σήμερα στατιστικά ανέργων), στη διεύρυνση της φτωχοποίησης μεγάλου τμήματος του πληθυσμού (48% το 2017, έναντι 20% το 2010) και 40.000 αστέγων συμπολιτών μας, τις « γυμνές ζωές» κατά τον Αγκάμπεν, που ζουν στους δρόμους, οι περισσότεροι της Αθήνας, των άλλων μεγαλουπόλεων της Ευρώπης (υπολογίζονται περισσότεροι από τέσσερα εκατομμύρια οι άστεγοι σε όλη την Ευρώπη) και της χώρα μας.
Το προφίλ των άστεγων
Πιο συγκεκριμένα, παρά το γεγονός της μη εκτενούς στατιστικής αποτύπωσης των αστέγων, λόγω του περιορισμένου σχετικού επιστημονικού και ερευνητικού διαλόγου, εντούτοις η ερευνητική αναζήτηση (Κλίμακα), μας πληροφορεί ότι το 90% των αστέγων στη χώρα μας είναι Έλληνες και το 10% είναι αλλοδαποί, οι περισσότεροι από τους οποίους ζουν στην Ελλάδα για περισσότερα από οκτώ χρόνια. Πάνω από το 80% των αστέγων είναι άνδρες. Επίσης, το 61% είναι ηλικίας 41-55 ετών, ενώ σημαντικό ποσοστό (21%) εμφανίζεται και στην κατηγορία 26-40 ετών. Το επίπεδο εκπαίδευσης των αστέγων είναι υψηλό (52% έχει τελειώσει το γυμνάσιο, 25% έχει τελειώσει το λύκειο, 20% έχει αποφοιτήσει από ΑΕΙ ή ΤΕΙ), ενώ οι περισσότεροι ήταν εργαζόμενοι κυρίως σε κλάδους οικονομικής δραστηριότητας (κατασκευές, μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις, εμπόριο) που έχουν πληγεί από την οικονομική κρίση και ύφεση. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 65% των αστέγων είναι «νεοάνεργοι» και « νεοάστεγοι», δηλαδή ζουν χωρίς εργασία και χωρίς στέγη από τις αρχές της δεκαετίας του 2010, όπου η ελληνική οικονομία βυθίστηκε από την εφαρμογή των τριών μνημονίων στη βαθιά οικονομική κρίση και ύφεση.
Με άλλα λόγια, το φαινόμενο της έλλειψης εργασίας και της έλλειψης στέγης στα σημερινά επίπεδα στην Ελλάδα, διευρύνθηκε στα πλαίσια της βίαιης -οικονομικά και κοινωνικά- διαδικασίας μετάβασης, κατά την τρέχουσα δεκαετία, από το φορντικό στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο οργάνωσης και διαχείρισης των παραγωγικών δυνάμεων, με διακηρυγμένο στόχο τη μείωση του δημόσιου χρέους, του δημόσιου ελλείμματος και τη βελτίωση του επιπέδου ανταγωνιστικότητας, με λιτότητα, υψηλή ανεργία, μείωση του μισθολογικού και μη μισθολογικού κόστους και ανησυχητική συρρίκνωση των κοινωνικών δικαιωμάτων. Η παρατήρηση αυτή σημαίνει ότι η διατηρησιμότητα των συνεπειών αυτής της μετάβασης θα συμβάλλει, μεταξύ των άλλων, στην αύξηση του αριθμού των αστέγων, σε βαθμό όπου, σύμφωνα με τους συγγραφείς, το μοντέλο της κοινωνικής πολιτικής που κυοφορείται από τους φορείς έμπνευσης, σχεδιασμού και υλοποίησης της, δεν θα στοχεύει στη διαφύλαξη του σημαντικότερου ιδεολογικοπολιτικού επιτεύγματος των αστικών δημοκρατιών, δηλαδή την κοινωνική ιδιότητα του πολίτη, αλλά στη διαχείριση της φτωχοποίησης του πληθυσμού, με τις πολιτικές των ελάχιστων προδιαγραφών και της φιλανθρωπίας, όπως εφαρμόσθηκε τον 19ο αιώνα με το γνωστό νόμο «περί φτωχών».
Επιζήμια πολιτική νοοτροπία χρόνων
Όμως, αξίζει να σημειωθεί ότι ιστορικά στην Ελλάδα, την αντίληψη και την αναγκαιότητα περιορισμού της κοινωνικής πολιτικής στη διαχείριση της φτώχειας και της φιλανθρωπίας, την συναντάμε και σε φάση διακήρυξης της ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο και τον Εμφύλιο Πόλεμο. Πράγματι, ανατρέχοντας στην Έκθεση (P. Porter -επικεφαλής της Αμερικάνικης Οικονομικής Αποστολής στην Ελλάδα, κατά την περίοδο 20/1/1947-27/2/1947) διαπιστώνουμε την αναφορά ότι η προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης, κατά τη μεταπολεμική περίοδο στην Ελλάδα, θα επιτευχθεί με την κατάλληλη δημοσιονομική πολιτική και την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, ενώ η κοινωνική πολιτική θα πρέπει να επικεντρωθεί στην ανάπτυξη προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας, προς όφελος των τμημάτων του πληθυσμού που δεν θα μπορούσαν να «επωφεληθούν» από τη συντελούμενη αναπτυξιακή διαδικασία. Με άλλα λόγια, αποδεικνύεται με τον πιο εύληπτο τρόπο, ανεξάρτητα της εποχής και της φάσης του οικονομικού κύκλου, το κοινό θεωρητικό και στρατηγικό υπόβαθρο του φιλανθρωπικού ρόλου και της αντίστοιχης θέσης, που τοποθετεί η κυρίαρχη οικονομική αντίληψη και πολιτική, την κοινωνική πολιτική μεταξύ των δημόσιων πολιτικών.
Παράλληλα, τα αποτελέσματα της εμπειρικής έρευνας σε πληθυσμό αστέγων παραγωγικής ηλικίας στην περιοχή της Αθήνας οδηγούν τους συγγραφείς στο συμπέρασμα ότι η έλλειψη στέγης είναι ένα πρόβλημα το οποίο προκύπτει από τη συσσώρευση και το συνδυασμό πολλών επιμέρους παραγόντων: σχεσιακοί, ατομικοί, δομικοί, θεσμικοί παράγοντες (ανεργία, έλλειψη εισοδήματος, έλλειψη ιδιόκτητης κατοικίας, μετανάστευση, προσφυγιά, ανεπάρκεια, αναποτελεσματικότητα ή έλλειψη κοινωνικών υπηρεσιών και θεσμικού πλαισίου προστασίας της κατοικίας), οι οποίοι συνδέονται, κατά βάση, με την οικονομική κρίση και ύφεση, τις πολεμικές συγκρούσεις (75 εκατ. άτομα έχουν μεταναστεύσει διεθνώς μέχρι σήμερα), καθώς και με τη συντελούμενη αποδιάρθρωση του συστήματος κοινωνικής προστασίας στην Ελλάδα και την Ευρώπη.
Τα δεδομένα αυτά, ορθά κατά την γνώμη μας, οδηγούν σε επίπεδο σχεδιασμού και άσκησης πολιτικής, τους συγγραφείς στην κατηγοριοποίηση τεσσάρων τύπων κοινωνικής πολιτικής για τους αστέγους: α) πολιτικές πρόληψης, β) πολιτικές επείγουσας διαχείρισης του προβλήματος, γ) πολιτικές φιλοξενίας και δ) πολιτικές κοινωνικής ένταξης.
Στόχος «Άστεγοι Μηδέν»
Όμως, το ερώτημα που τίθεται είναι: τι μπορεί να σημαίνουν αυτές οι πολιτικές για τους άστεγους σ’ ένα νεοφιλελεύθερο περιβάλλον πολιτικών περιορισμού των κοινωνικών δικαιωμάτων, διαχείρισης της φτώχειας και της φιλανθρωπίας, αναπαραγωγής και όξυνσης των διακρίσεων και των ανισοτήτων; Με άλλα λόγια, υπάρχει ελπίδα για τους άστεγους;
Οι συγγραφείς στο βιβλίο τους υποστηρίζουν ότι υπάρχει ελπίδα, με την έννοια ότι τα ρήγματα που έχουν δημιουργηθεί στην Ελλάδα, ιδιαίτερα με την εφαρμογή των μνημονίων, ανάμεσα στην οικονομία και την κοινωνία και ανάμεσα στην πολιτική και την κοινωνία, θα αποκατασταθούν με τη δημιουργία συγκρότησης νέων πολιτικών και κοινωνικών υποκειμένων έμπνευσης και εγκαθίδρυσης της σχέσης δημοκρατίας – οικονομίας – κοινωνίας σε βάρος της σχέσης δημοκρατίας – οικονομίας – αγορών. Όμως, στην κατεύθυνση αυτή, απαιτείται να προσδιοριστούν συγκεκριμένοι ευρωπαϊκοί και εθνικοί στόχοι, οι οποίοι θα χρηματοδοτηθούν με συγκεκριμένους πόρους και θα επιτευχθούν σε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. Στο πλαίσιο αυτό, κατά την άποψη μας, ο στόχος καταπολέμησης αυτής της μάστιγας της έλλειψης στέγης και της διαβίωσης συμπολιτών μας στους δρόμους στον 21ο αιώνα, θα πρέπει είναι ο μέγιστος, δηλαδή «Άστεγοι Μηδέν». Γεννιόνται, όμως, τα ερωτήματα: είναι έτοιμες η Ελλάδα και η Ευρώπη να επιτύχουν ένα τέτοιο υψηλό στόχο σε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα; Μπορεί να θεωρηθεί, στις σημερινές συνθήκες, ρεαλιστικός ένας τέτοιος φιλόδοξος στόχος; Η απάντηση είναι ναι. Κι αυτό γιατί για την Ελλάδα και για την Ευρώπη, ιδιαίτερα σήμερα, είναι κατά προτεραιότητα, πολιτικά, κοινωνικά οικονομικά και πολιτιστικά αναγκαίο, τόσο για τις άνεργες, όσο και για τις άστεγες ζωές. Επιπλέον, θεωρούμε ότι ο προσδιορισμός ενός τέτοιου στόχου, θα ενθαρρύνει τις πολιτικές, τις δημόσιες, τις κοινωνικές και τις αυτοδιοικητικές αρχές να εκτιμήσουν την ακριβή έκταση του προβλήματος, να ενημερώσουν για την αναγκαιότητα λήψης αποφάσεων, σχετικών με τη δημιουργία υποδομών υποδοχής των αστέγων, τις αρχές σχεδιασμού, υλοποίησης και συστηματικής αξιολόγησης των ασκούμενων πολιτικών, στην πορεία επίτευξης του στόχου «Άστεγοι Μηδέν» σε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. Επομένως, με τα δεδομένα αυτά, όπως στη «Βιώσιμη Ανάπτυξη στην Ευρώπη», ο στόχος της εξάλειψης της ακραίας φτώχειας είναι ρεαλιστικός και εφικτός να επιτευχθεί μέχρι το 2030, το ίδιο και ο στόχος «Άστεγοι Μηδέν» είναι ρεαλιστικός και εφικτός να επιτευχθεί στην Ελλάδα και την Ευρώπη σε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.
Επιπλέον, η αναγκαιότητα του στόχου «Άστεγοι Μηδέν» αναδεικνύεται ως επιβεβλημένη, μετά και την πρόσφατη (11/1/2018) ανακοίνωση του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτιέρες, ο οποίος σε Έκθεσή του προειδοποιεί τις χώρες-μέλη του ΟΗΕ, να προετοιμασθούν διαμορφώνοντας μία στρατηγική υπεράσπισης των ανθρώπινων δικαιωμάτων, προκειμένου να διαχειριστούν με πνεύμα και πολιτικές ελπίδας, και όχι με πνεύμα άνεργης και άστεγης απελπισίας, μεγάλες μετακινήσεις μεταναστών (250 εκατ. άτομα διεθνώς μέχρι σήμερα) και προσφύγων, που θα πραγματοποιηθούν κατά τα επόμενα αρκετά χρόνια. Επιπλέον, ανακοίνωσε ότι υπό την αιγίδα του ΟΗΕ στις αρχές Φεβρουαρίου 2018, θα αρχίσουν οι επίσημες διαπραγματεύσεις για τη σύνταξη ενός «Παγκόσμιου Συμφώνου για τους Μετανάστες», το οποίο θα εγκριθεί το Δεκέμβριο του 2018 σε Διεθνή Σύνοδο, που θα πραγματοποιηθεί στο Μαρόκο. Με άλλα λόγια, αναδεικνύεται με τον πιο εύληπτο τρόπο ότι οι διεθνείς προοπτικές των άστεγων και άνεργων ζωών, σκιαγραφούν τις δυσμενείς συνθήκες αναπαραγωγής των κοινωνιών εκείνων, που δεν θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά (πολιτικές ελπίδας και υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων), τους δομικούς μετασχηματισμούς, τις αναδιαρθρώσεις, τις κοινωνικές ανισότητες και την αλλαγή παραδείγματος του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος.
*Ομ. Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου