Του Βίκτωρα Νέτα
Τόσο αυτοί που κυβερνούν σήμερα τη χώρα όσο και εκείνοι που επιδιώκουν να τους διαδεχτούν στην εξουσία και για να το πετύχουν μοιράζουν υποσχέσεις για παροχές, δήθεν κοστολογημένες, εμφανίζονται να αντιγράφουν τη Μαρία Αντουανέτα, η οποία θεωρούσε πολύ φυσικό ότι αφού ο λαός δεν είχε να φάει ψωμί μπορούσε να φάει παντεσπάνι. Αυτή η πολιτική «σκέψη» δείχνει καθαρά άγνοια της πραγματικότητας. Η κυβέρνηση, μετά το σοκ του ΕΝΦΙΑ, υπόσχεται φορολογικές ελαφρύνσεις οι οποίες μεταφράζονται σε ψίχουλα για όσους έχουν ένα εισόδημα και για τους ανέργους εκείνους που δεν έχουν καν επίδομα δεν προσφέρουν καμία ανακούφιση.
Προσφέρουν, ωστόσο, οι λεγόμενες ελαφρύνσεις πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό για να θριαμβολογούν οι ηγέτες της συγκυβέρνησης. Το πλεόνασμα, όμως, βγαίνει από τα χαράτσια και την εξαθλίωση των ασθενέστερων, μισθωτών και συνταξιούχων, που τους έχουν κουρευτεί «με την ψιλή» οι αποδοχές. Το πρωτογενές πλεόνασμα χρησιμεύει ως επιχείρημα της κυβέρνησης προς την τρόικα των δανειστών, για να μη συρθεί η χώρα σε νέο Μνημόνιο. Δεν προσφέρει, όμως, τίποτα στα εκατομμύρια των Ελλήνων, που πλήρωσαν, πληρώνουν και θα πληρώνουν την κρίση και τις συνέπειές της, μια κρίση για την οποία ευθύνονται οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις, αλλά και οι αντιπολιτεύσεις. Οι μεν γιατί έβλεπαν τη συμφορά που έφερνε η οικονομική τους πολιτική και δεν την άλλαζαν και οι δε διότι δεν αντέδρασαν, είτε γιατί δεν έβλεπαν είτε γιατί δεν καταλάβαιναν.
Στο ερώτημα των πολιτών, που τα τελευταία χρόνια βρίσκονται σε κατάσταση κατάθλιψης, «Τι βλέπετε να γίνεται με την κατάσταση;», η απάντηση είναι μία: Δεν βλέπω τίποτε, διότι οι σημερινές κατακερματισμένες πολιτικές δυνάμεις είναι κατώτερες των περιστάσεων και ακόμα γιατί το πρόβλημα δεν είναι μόνον ελληνικό, όπως επισημαίνουν και κορυφαίοι, διεθνούς κύρους αναλυτές. Τι θα μπορούσαν, λοιπόν, να κάνουν οι ελληνικές πολιτικές δυνάμεις; Το στοιχειώδες που έπρεπε να κάνουν ήταν να παραμερίσουν τις μεταξύ τους αντιθέσεις, να συνεννοηθούν και να σχηματίσουν μια οικουμενική κυβέρνηση στην οποία να καλούνταν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και εκτός πολιτικής καταξιωμένες προσωπικότητες. Κύριος στόχος αυτής της κυβέρνησης θα έπρεπε να είναι η αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας. Και ο πλέον αδαής περί τα πολιτικά και τα οικονομικά καταλαβαίνει ότι, με την αναξιοπιστία του διαβρωμένου κράτους και με τη μίζερη πολιτική που ακολουθείται, δεν είναι δυνατό να προσελκυστούν επενδύσεις από το εξωτερικό, ούτε και να μειωθεί η ανεργία με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Η ανεργία βρίσκεται σε απίστευτο ύψος όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες, με θύματα κυρίως τους νέους. Η αιτία δεν είναι μόνον η οικονομική κρίση, την οποία προκάλεσαν η απληστία και το «ξεσάλωμα» του καπιταλισμού αμέσως μετά την κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού. Πήρε ο καπιταλισμός σταδιακά όσα μεταπολεμικά είχαν δοθεί από δημοκρατικές κυβερνήσεις στους εργαζομένους, κυρίως για να αντιμετωπιστεί ο «κομμουνιστικός κίνδυνος», δηλαδή για να μη στραφούν οι εργαζόμενοι προς τα αριστερά. Μία ουσιαστική αιτία της ανεργίας είναι και η ανάπτυξη της τεχνολογίας στη βιομηχανία και γενικότερα στην παραγωγή, που καταργεί πολλά εργατικά χέρια και άρα μειώνει τις θέσεις εργασίας.
Θα πρέπει πολύ σοβαρά να γίνει μία έρευνα και να απαντηθεί το ερώτημα: Μήπως υποβαθμίζεται και «πεθαίνει» σταδιακά η ιδιωτική μισθωτή εργασία και μένει μόνο η μισθωτή εργασία στο Δημόσιο, η οποία και εκεί με την εξέλιξη της τεχνολογίας μειώνεται; Ηδη και με τα μνημόνια έχει μπει σε εφαρμογή το αίτημα «λιγότερο και αποτελεσματικότερο κράτος». Θα πρέπει, επομένως, να μελετηθεί η δυνατότητα ανάπτυξης και στροφής σε άλλους τομείς παραγωγής, όπου μπορούν να απασχοληθούν περισσότεροι εργαζόμενοι. Τέτοιοι τομείς είναι η γεωργία, η κτηνοτροφία, η αλιεία και η μεταποίηση των παραγόμενων προϊόντων.
Θα ήταν άδικο, όμως, για τους νέους ανέργους, πολλοί από τους οποίους έχουν ειδικές γνώσεις έως και πτυχία ανώτερων και ανώτατων σπουδών, να τους ζητήσουμε να γίνουν αγροτοεργάτες. Επιδίωξη θα πρέπει να είναι να τους δοθεί η δυνατότητα να είναι αυτοαπασχολούμενοι, δηλαδή αφεντικά και όχι μισθωτοί ή μεροκαματιάρηδες. Το πρόβλημα αυτό το είχε αντιμετωπίσει ο φωτισμένος κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας, ο οποίος είχε στόχο να μοιράσει την εθνική γη σε μικρούς κλήρους και να τους δώσει στους αγρότες. Ο ίδιος έγραφε σε σημειώματα, που βρέθηκαν στο αρχείο του, ότι οι αρχές της διακυβέρνησής του «συνοψίζονται σε ένα και μόνο: να οδηγήσω τον ελληνικό λαό, που σήμερα αποτελείται από μια μάζα ακτημόνων, ώστε να ανέλθει στο επίπεδο ενός λαού ιδιοκτητών». Ο Καποδίστριας κάλεσε τους συνεργάτες του και τους είπε: «Ο στρατηγός Bolivar, πρόεδρος της Κολομβίας εις την Αμερικήν, διατάττει την διανομήν της εθνικής γης εις τους πολίτας, και εγώ σας έδωσα ένα σχέδιο διανομής· αργοπορείτε (…) γλιγορεύσετε, άλλως θα έλθη βασιλόπαιδο να σας διοικήση, με το οποίον ούτε την ευκολίαν της γλώσσης θα έχετε, ούτε να ανοίγητε την θύραν του δωματίου του, όταν θέλετε. Εγώ επιθυμώ να σας παραδώσω εις αυτόν ως λογικά όντα, ελευθέρους, με την ενδυμασίαν της ιδιοκτησίας».
Το σχέδιο του Καποδίστρια είναι και σήμερα επίκαιρο. Χρειάζεται τόλμη και φαντασία για να ξαναεφαρμοστεί, την ώρα, μάλιστα, που υπάρχουν οι προϋποθέσεις. Εχει στην ιδιοκτησία του το κράτος εκατομμύρια στρέμματα ανεκμετάλλευτης γης, τα οποία θα μπορούσε να μοιράσει σε ακτήμονες και ανέργους με τον όρο να τα αξιοποιήσουν. Θα χρειαστούν, βεβαίως, και μέτρα για την οικονομική ενίσχυση όσων θα ενταχθούν στο πρόγραμμα. Να αξιοποιηθούν τα πλενονάσματα και να ζητηθεί η χρηματοδότηση της προσπάθειας και από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Παράλληλα θα πρέπει να αξιοποιηθούν και οι άπειρες παραλιακές εκτάσεις με τουριστικά έργα. Είναι τόσο δύσκολο να ληφθούν οι σχετικές πολιτικές αποφάσεις;
efsyn
victornetas@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου