του Αριστομένη Ι. Συγγελάκη
Η ενοχή του θύτη και η «ανεξήγητη» σιωπή του θύματος
«…Υποταγμένος και άβουλος λαός αναμετρούσε τα σκαλιά του μαρτυρίου τη μοίρα του υπό μάλης κουβαλώντας.
Ξεχώριζαν όσοι κρατούσαν μ’ υπερένταση την αξιοπρέπεια όρθια. Κι ας την τσαλάκωσαν των Ούννων τα χτυπήματα».
(Ι.Α. Νικολαΐδης, «Κατοχικό», αναφορά στο δράμα των Ελλήνων Εβραίων της Θεσσαλονίκης ).
Μετά από τα πέτρινα χρόνια κυριαρχίας της λήθης και της αποστασιοποίησης της κοινωνίας από την ιστορική μνήμη και τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών, το ζήτημα επανέρχεται ορμητικά στο προσκήνιο. Η κοινή γνώμη, όπως όλες οι έρευνες αποκαλύπτουν, σε πρωτοφανή ποσοστά, που υπερβαίνουν το 90%, απαιτεί πλέον την εκπλήρωση του ισχυρά τεκμηριωμένου και ηθικά βαρύνοντος αιτήματος της καταβολής των αποζημιώσεων, των επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου και την επιστροφή των αρχαιολογικών θησαυρών. Η κρίση, η σκληρή συμπεριφορά των εταίρων μας (και πρώτα απ’ όλους της Γερμανίας), η λιτότητα και η πρωτόγνωρη κοινωνική δοκιμασία ωρίμασαν γρήγορα την κοινή γνώμη και επέφεραν τη συνειδητοποίηση ότι δεν υπάρχει αισιόδοξο μέλλον χωρίς αγώνα, χωρίς διεκδίκηση. Όπως αποδεικνύουν οι γεμάτες κόσμο πλατείες και τόποι θυσίας στις μαρτυρικές πόλεις και χωριά, το διεθνούς ακτινοβολίας συνέδριο της Βιάννου, τα δεκάδες αιτήματα δήμων και χωριών στο Υπουργείο Εσωτερικών για να συμπεριληφθούν στον κατάλογο των μαρτυρικών, τα εκατοντάδες άρθρα του ελληνικού και διεθνούς τύπου για το ζήτημα, με κορυφαίο το αφιέρωμα των κυριακάτικων New York Times (6.10.2013) αλλά και η έντονη κινητικότητα των υποστηρικτών μας στην ίδια τη Γερμανία (ομάδα ΑΚ Δίστομο από το Αμβούργο, Καθηγητές Christophe Schminck-Gustavus, Martin Seckendorf, Norman Pech, αλλά και το πολιτικό κόμμα της Αριστεράς – «Die Linke» και πολλοί άλλοι), το θέμα έχει πάρει πλέον φωτιά και τίποτα δεν μπορεί να τη σβήσει!
Ενώ όμως η κοινή γνώμη αξιώνει δικαιοσύνη και αποκατάσταση, η ελληνική κυβέρνηση αλλά και η πολιτική, οικονομική και πνευματική ελίτ, σχεδόν στο σύνολό τους, υστερούν εξοργιστικά. Οκτώ μήνες μετά την ομόθυμη στήριξη της διεκδίκησης απ’ όλα τα κόμματα κατά τη συζήτηση στη Βουλή (24.4.2013), δεν υπάρχει ουσιαστική πρόοδος: η γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους επί του σημαντικού πορίσματος του Γενικού Λογιστηρίου, το οποίο τεκμηριώνει τις ελληνικές απαιτήσεις, δεν έχει ακόμη παραδοθεί στο Υπουργείο Εξωτερικών, η ειδική για το συντονισμό της διεκδίκησης επιτροπή της Βουλής δεν έχει συγκροτηθεί, ο Έλληνας Πρωθυπουργός στις συνεχείς συναντήσεις του με την Γερμανίδα Καγκελάριο δεν τολμά ούτε καν να υπαινιχθεί το ζήτημα, ο Υπουργός Δικαιοσύνης θέτει συνεχώς στις καλένδες την έγκριση για την κατάσχεση της περιουσίας του γερμανικού κράτους στην Ελλάδα ώστε να εφαρμοστούν οι τελεσίδικες και αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις και να αποζημιωθούν τα θύματα του Διστόμου, ο Υπουργός Οικονομικών ούτε λίγο ούτε πολύ δηλώνει ότι πρέπει να ξεχάσουμε το ζήτημα, τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης, παρά τη σαφή δημόσια στάση τους, δεν έχουν ενιαία γραμμή και δεν συντονίζονται επαρκώς επί του ζητήματος, κινούμενα χωρίς σχέδιο και αποτέλεσμα, διεκδικώντας συνήθως απλώς μαραμένες «δάφνες αγωνιστικότητας». Τέλος, τα ΜΜΕ, με λίγες εξαιρέσεις, αλλά και οι Έλληνες διανοούμενοι, δεν αναδεικνύουν το ζήτημα ως κεντρικό θέμα του δημόσιου διαλόγου.
Πώς εξηγείται αυτή η ολιγωρία ή και ο φόβος μπροστά στην ανάληψη της ιστορικής εθνικής ευθύνης; Γιατί η πολιτική, οικονομική και πνευματική ελίτ επί της ουσίας αποποιούνται την δυναμική που κρύβει το ζήτημα των γερμανικών οφειλών; Δεν αντιλαμβάνονται ότι κι αν ακόμη, στη χειρότερη περίπτωση, δεν έχουμε τα ποθούμενα οικονομικά αποτελέσματα είναι σίγουρο ότι η διεκδίκηση θα συσπειρώσει σε αγωνιστική προοπτική τον λαό, θα τονώσει το ηθικό του, θα ανατρέψει την δυσμενή διεθνή εικόνα της χώρας μας, αναδεικνύοντας την διαχρονική γερμανική ευθύνη για την οικονομική υστέρηση της Ελλάδας; Μια ανεξήγητη (;) ελληνογερμανική συμφωνία σιωπής, που ίσως έχει τις ρίζες της στην Κατοχή και τις ανοίκειες σχέσεις συνεργασίας, που αναπτύχθηκαν τότε μεταξύ των κατακτητών και μίας εξωνημένης μερίδας της ελληνικής άρχουσας τάξης για την χυδαία και βάναυση εκμετάλλευση του ελληνικού λαού, φαίνεται ότι εμποδίζει τη δίκαιη και επιβεβλημένη διευθέτηση του θέματος. Η ιδιότυπη αυτή ομερτά πρέπει να σπάσει με τη σθεναρή διεκδίκηση από το λαό των γερμανικών οφειλών.
Η ελληνική αλλά εσχάτως και η γερμανική κοινή γνώμη αντιλαμβάνονται ότι η Κατοχή (και ο Εμφύλιος που τότε προετοιμάστηκε) οδήγησε στο σημερινό ανείπωτο δράμα του ελληνικού λαού. Η προκλητική επί δεκαετίες γερμανική αδιαλλαξία, που υπενθυμίζει την βαριά ενοχή και, επί της ουσίας, την μη μεταμέλεια του θύτη πρέπει, επιτέλους, να τερματιστεί. Θα είναι προς όφελος και της ίδιας της Γερμανίας να εκκαθαρίσει οριστικά τις σχέσεις της με το ναζιστικό παρελθόν και να επιβεβαιώσει τον ηγετικό ρόλο που επιφυλάσσει για τον εαυτό της. Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να θέσει, χωρίς κωλυσιεργία και με τον πλέον κατάλληλο τρόπο, το ζήτημα των γερμανικών οφειλών σε διμερές επίπεδο. Οφείλει επίσης να ενισχύσει τη μελέτη της Ιστορίας της Κατοχής και της Αντίστασης σε όλες τις βαθμίδες της Εκπαίδευσης. Λαοί και έθνη που αποκόπτονται από τις ρίζες τους δεν έχουν μέλλον!
Η ανάδειξη της ιστορικής μνήμης και η διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών μπορεί και πρέπει να καταστεί κεντρικό ζήτημα των ευρωεκλογών αλλά και των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών. Ο λαός πρέπει, επιτέλους, να σηκώσει κεφάλι!
*Ο κ.Συγγελάκης είναι μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα
aristomenis.syngelakis@gmail.com.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου