27,2 εκατ. θα κοστίσει στο Δημόσιο η αποχώρηση μόλις 170 υπαλλήλων της Βουλής
Η άρον άρον φυγή -κυρίως υψηλόβαθμων- κοινοβουλευτικών υπαλλήλων εξηγείται εύκολα, αφού με τα τωρινά δεδομένα οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι δικαιούνται και θα λάβουν διπλό εφάπαξ, το ένα από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, όπως το λαμβάνουν όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι και το άλλο από το ταμείο Αρωγής Υπαλλήλων Βουλής (ΤΑΥΒ).
Υπολογίζεται σύμφωνα με το Εθνος της Κυριακής πως ένας μέσος όρος του εφάπαξ που θα βγει για τους αποχωρήσαντες υπαλλήλους της Βουλής είναι περίπου 60.000 ευρώ, ενώ πολύ μεγαλύτερο είναι το εφάπαξ από το ΤΑΥΒ, αφού φτάνει κοντά στις 100.000 ευρώ.
Το κόστος λοιπόν που θα κληθεί να καταβάλει το ΤΑΥΒ το επόμενο διάστημα θα ξεπερνά τα 17 εκατ. ευρώ, ενώ συνολικά το διπλό εφάπαξ που θα πάρουν οι υπάλληλοι που αποχωρούν θα φτάνει κατά μέσο όρο στα 160.000 ευρώ για τον καθένα, ανάλογα πάντα με τον βαθμό και τα χρόνια που έχει στην υπηρεσία.
Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι από το πρόσφατο «κούρεμα» τα αποθεματικά του ΤΑΥΒ έχουν περιοριστεί σημαντικά, ενώ κάποιοι λένε πως δεν αρκούν καν να καλύψουν τα συγκεκριμένα εφάπαξ και οι δικαιούχοι θα τα λάβουν σε πολλές δόσεις.
Το βράδυ της συζήτησης και ψήφισης του προϋπολογισμού του 2013 στα μέσα του περασμένου μήνα ο πρωθυπουργός υποστήριξε πως «θα πρέπει να αποκαταστήσουμε την ισονομία» και ότι «δεν μπορούν οι υπάλληλοι της Βουλής να παίρνουν 8πλάσιο εφάπαξ σε σχέση με τους υπόλοιπους δημοσίους υπαλλήλους».
Αυτό ήταν επί της ουσίας και το «καμπανάκι» που οδήγησε από την επόμενη κιόλας μέρα -κατά δεκάδες- υψηλόβαθμα στελέχη της Βουλής που είχαν συμπληρώσει τα απαιτούμενα χρόνια, να κάνουν τα χαρτιά τους προκειμένου να βγουν στη σύνταξη.
Η αντίστοιχη «καμπάνα» ωστόσο -και όχι «καμπανάκι» όπως πριν- είχε χτυπήσει στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, όταν προ καιρού είχε βγει εφάπαξ για πολύ υψηλόβαθμο κοινοβουλευτικό υπάλληλο το οποίο έφτανε τα 320.000 ευρώ.
Ολο αυτό ωστόσο συναρτάται με τα μισθολογικά των υπαλλήλων της Βουλής, τα οποία, παρότι τα τελευταία χρόνια βαίνουν μειούμενα με δεδομένη και την ένταξή τους στο ενιαίο μισθολόγιο, θεωρούνται υψηλά σε σχέση πάντα με τους συναδέλφους τους στο μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου τομέα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο μέσος όρος των μεικτών αποδοχών των κοινοβουλευτικών υπαλλήλων με τα σημερινά δεδομένα υπολογίζεται σε 2.200 έως 2.400 ευρώ τον μήνα, με το ποσό αυτό -προ των περικοπών- να φτάνει τα 3.300 έως 3.500 ευρώ τον μήνα.
Μέσα σε αυτά τα ποσά υπολογίζονται και οι υπερωρίες των υπαλλήλων, οι οποίες κατά γενική ομολογία είναι πολλαπλάσιες σε σχέση με τον υπόλοιπο δημόσιο τομέα.
Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι η υπερωριακή εργασία ενός υπαλλήλου στη Βουλή υπολογίζεται σε περίπου 65-70 ώρες τον μήνα (περίπου 300-400 ευρώ), όταν στο υπόλοιπο Δημόσιο οι υπερωρίες δεν ξεπερνούν τις 35-40 ώρες τον μήνα.
Το συγκεκριμένο θέμα ήταν και το μείζον της περιβόητης ρύθμισης που θα περιλαμβανόταν στην πράξη νομοθετικού περιεχομένου, η οποία τελικώς, μετά τις απειλές των υπαλλήλων για απεργίες κατά την κατάθεση και ψήφιση του φορολογικού νομοσχεδίου «τραβήχτηκε» πίσω, με το Μαξίμου να κάνει λόγο για «ωμό εκβιασμό» από τους υπαλλήλους της Βουλής.
Αρχικά οι πληροφορίες ανέφεραν ότι στην πράξη νομοθετικού περιεχομένου προβλεπόταν η μείωση των μισθών των κοινοβουλευτικών υπαλλήλων κατά 25%.
Στη συνέχεια ωστόσο έγινε γνωστό πως η συγκεκριμένη μείωση δεν αφορούσε τον μισθό των υπαλλήλων, αλλά τις σημαντικές περικοπές στις υπερωρίες και τα έξοδα κίνησής τους και ειδικότερα προβλεπόταν πως οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές των υπαλλήλων της Βουλής θα εξισωθούν με αυτές των υπαλλήλων του υπουργείου των Οικονομικών, ενώ οι υπερωρίες τους δεν θα ξεπερνάνε τις 52 ώρες τον μήνα ήτοι περίπου 250 ευρώ μηνιαίως για τον κάθε υπάλληλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου