Κωστής Παπαδημητρίου*
Καθένα από τα σενάρια για τις αιτίες του πληθωρισμού έχει διαφορετικές συνέπειες στην οικονομία και την κοινωνία. Αλλά οι αυξήσεις των τιμών έρχονται σε μια περίοδο που η ανεργία είναι υψηλή και οι εργασιακές σχέσεις κατεστραμμένες, οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι έχουν πολύ μικρή ισχύ να διεκδικήσουν αυξήσεις. Ακόμη και αν ο πληθωρισμός μηδενιστεί στο δεύτερο εξάμηνο της επόμενης χρόνιας, οι τιμές θα παραμείνουν στάσιμες στο νέο υψηλό επίπεδο. Συνεπώς και πάλι οι εργαζόμενοι θα έχουν υποστεί μια μόνιμη απώλεια αγοραστικής δύναμης.
Το κύμα αύξησης του πληθωρισμού που έχει χτυπήσει περισσότερο ή λιγότερο τις πιο πολλές οικονομίες του κόσμου προκαλεί αμηχανία στις κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες αλλά ανησυχία και οργή στους πολίτες που βλέπουν τις τιμές να ανεβαίνουν σε βασικά είδη, όπως η ενέργεια, τα τρόφιμα και οι δομικές ύλες.
Στις ΗΠΑ ο πληθωρισμός έφτασε το 6,2% τον Οκτώβριο, το ψηλότερο 30 ετών, στη ζώνη του ευρώ το 4,1% τον Οκτώβριο με πρόβλεψη για 4,9% τον Νοέμβριο από τη Eurostat και στην Ελλάδα 3,4% τον Οκτώβριο και 4,8% τον Νοέμβριο, ύστερα από μια περίοδο αρνητικού πληθωρισμού λόγω μνημονίων. Ομως οι μισθοί και τα άλλα εισοδήματα παραμένουν σταθερά μετατρέποντας τον πληθωρισμό σε ακρίβεια, δηλαδή σε απώλεια της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων. Γιατί σε άλλες εποχές ο πληθωρισμός αντισταθμιζόταν με αυξήσεις των μισθών.
Οι πρώτες αναλύσεις θέλουν τον πληθωρισμό να οφείλεται σε προβλήματα των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων που σχετίζονται με την έξοδο από την πανδημία και που θεωρούνται προσωρινά. Οι μεγάλοι διεθνείς οργανισμοί αλλά και η αμερικανική και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής, καθώς και οι κεντρικές τράπεζες συντάσσονται με αυτή την άποψη.
Η γενική ιδέα συνοψίζεται στα εξής. Τα λοκντάουν προκάλεσαν πτώση της κατανάλωσης και ύφεση, αύξηση των αποταμιεύσεων και μείωση της παραγωγής. Καθώς η κατάσταση εξομαλύνεται σταδιακά, έστω και με πισωγυρίσματα, η χρήση των συσσωρευμένων αποταμιεύσεων από τους καταναλωτές προκαλεί απότομη αύξηση της ζήτησης και τελικά των τιμών αλλά και ουρές αναμονής στην παραγγελία και την παραλαβή ορισμένων ειδών καθώς η παραγωγή και τα δίκτυα μεταφοράς δεν έχουν πλήρως αποκατασταθεί ακόμη. Ομως αυτό θα συμβεί στους επόμενους μήνες και οι τιμές θα σταθεροποιηθούν ή και θα επιστρέψουν σε ορισμένες περιπτώσεις σε χαμηλότερα επίπεδα, σύμφωνα πάντα με την επίσημη ανάλυση. Μάλιστα η πίεση στις τιμές έχει προκύψει κυρίως από την ενέργεια εξαιτίας γεωπολιτικών και άλλων συγκυριακών αιτιών, που σύντομα θα εκλείψουν.
Σύμφωνα με την ανάλυση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), ο πληθωρισμός εμφανίζεται αυξημένος λόγω της βάσης σύγκρισης, δηλαδή εξαιτίας του γεγονότος ότι η πανδημία είχε προκαλέσει πτώση των τιμών που τώρα επιστρέφουν στα προηγούμενα επίπεδα. Κατά 80% ο ευρωπαϊκός πληθωρισμός είναι εισαγόμενος, δηλαδή οφείλεται στις τιμές των εισαγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών, και αναμένεται να υποχωρήσει εντός του 2022.
Για την ΕΚΤ, ο κίνδυνος είναι να έχουμε δεύτερο πληθωριστικό κύκλο αν υπάρξουν αυξήσεις των μισθών. Δεν προχωρά σε αύξηση των επιτοκίων, το τυπικό όπλο για τον περιορισμό του πληθωρισμού, γιατί θα επιδρούσε αρνητικά στην εύθραυστη ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας. «Για τη νομισματική πολιτική σήμερα, η υπομονή είναι η πιο θαρραλέα μορφή δράσης», επισήμανε σχετικά σε πρόσφατη ομιλία του το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ Φάμπιο Πανέτα. Στο ίδιο κλίμα και η αμερικανική κεντρική τράπεζα Federal Reserve θεωρεί ότι οι παράγοντες που έχουν οδηγήσει σε αυξημένο πληθωρισμό «αναμένεται να είναι παροδικοί», όπως γράφουν συστηματικά οι επίσημες ανακοινώσεις της. Ο διοικητής της Federal Reserve Τζερόμ Πάουελ δήλωσε πριν από λίγες ημέρες ότι ίσως η λέξη «παροδικοί» πρέπει να αντικατασταθεί γιατί παρανοείται ως βραχυχρόνιοι, ενώ η κεντρική τράπεζα εννοεί «που δεν θα αφήσουν μόνιμο σημάδι με τη μορφή υψηλού πληθωρισμού». Δεν είναι εύκολο να καταλάβει κανείς τη διαφορά, πάντως οι αγορές το ερμήνευσαν ως ένα μήνυμα αυστηρότερης στάσης στη νομισματική πολιτική. Ακόμη κι έτσι και στις ΗΠΑ φαίνεται να υπάρχει ανησυχία περισσότερο για τον κίνδυνο υπεραντίδρασης στον πληθωρισμό παρά για τον ίδιο τον πληθωρισμό.
Πάντως, ορισμένοι οικονομολόγοι σχολιάζουν ότι συστηματική αύξηση των τιμών είχε αρχίσει να παρατηρείται στο διάστημα πριν από την πανδημία και ότι απλώς η πανδημία ανέβαλε προσωρινά το φαινόμενο. Δηλαδή ήταν προσωρινή η ύφεση των τιμών και όχι το αντίθετο.
Σύμφωνα με την άποψη αυτή, είμαστε στην αρχή μιας μεγάλης μεταβατικής φάσης όπου για λόγους που έχουν σχέση με την κλιματική αλλαγή αλλά και την εξάντληση των φυσικών πόρων, τις μεγάλες δημογραφικές τάσεις αλλά και κάποιες γεωπολιτικές αιτίες, έρχεται το τέλος της λεγόμενης καταναλωτικής κοινωνίας και οι άνθρωποι θα καταναλώνουν λιγότερα και ακριβότερα προϊόντα. Οι αυξήσεις των τιμών αποτελούν τον μηχανισμό για αυτή τη διόρθωση και δεν έχουν σχέση με τα πληθωριστικά φαινόμενα του παρελθόντος, που είχαν νομισματικό χαρακτήρα.
Σε άλλες γωνιές του πλανήτη βλέπουν μια διάσταση που διαφέρει και από τις δύο προηγούμενες. Για παράδειγμα, ο οικονομολόγος V. Anantha Nageswaran, μέλος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων της Ινδίας, σε άρθρο του στο ινδικό οικονομικό έντυπο Mint, είχε διατυπώσει προφητικά πριν από περισσότερο από έναν χρόνο, δηλαδή πριν αρχίσει η συζήτηση για το σημερινό κύμα του πληθωρισμού, ότι οι ΗΠΑ προσπαθούσαν ήδη να δημιουργήσουν πληθωρισμό κρατώντας τα επιτόκια χαμηλά. Αυτό ακριβώς που συμβαίνει τουλάχιστον μέχρι αυτή τη στιγμή. Στόχος μιας τέτοιας πολιτικής είναι, σύμφωνα με τον Ινδό οικονομολόγο, να «πληθωρίσουν» το αμερικανικό χρέος, δηλαδή να μειώσουν την πραγματική αξία του, όπως έκαναν στη δεκαετία του 1970. Με αυτή την πολιτική, επισημαίνει ο ίδιος, το αμερικανικό δημόσιο χρέος μειώθηκε από 55% του ΑΕΠ το 1961 στο 35% στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Αν έχει δίκιο, τότε μιλούμε για ένα φαινόμενο που θα έχει μεγάλη διάρκεια.
Καθένα από αυτά τα σενάρια έχει διαφορετικές συνέπειες στην οικονομία και την κοινωνία, αλλά οι αυξήσεις των τιμών έρχονται σε μια περίοδο που η ανεργία είναι υψηλή και οι εργασιακές σχέσεις κατεστραμμένες, οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι έχουν πολύ μικρή ισχύ να διεκδικήσουν αυξήσεις ώστε να ανακτήσουν την αγοραστική τους δύναμη. Ακόμη και αν ο πληθωρισμός μηδενιστεί στο δεύτερο εξάμηνο της επόμενης χρόνιας, όπως θέλει το θετικό σενάριο, αυτό σημαίνει ότι οι τιμές θα παραμείνουν στάσιμες στο νέο υψηλό επίπεδο και όχι ότι θα μειωθούν. Συνεπώς και πάλι οι εργαζόμενοι θα έχουν υποστεί μια μόνιμη απώλεια αγοραστικής δύναμης.
*Δημοσιογράφος-οικονομολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου