Συντάκτης:
Ποιες είναι οι τάσεις στον κόσμο της εργασίας υπό το πρίσμα της οικονομικής κρίσης; Ποιες είναι οι πολιτικές προκλήσεις και ποια είναι η προσήκουσα ανταπόκριση; Με αυτά τα καίρια ερωτήματα ως θεματική ξεκινά σήμερα το πρωί το τριήμερο διεθνές συνέδριο που διοργανώνουν το τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου και η Επιστημονική Εταιρεία Κοινωνικής Πολιτικής στο νέο κτίριο του Πανεπιστημίου (αμφιθέατρα Σάκης Καράγιωργας Ι, ΙΙ).
Στο σκεπτικό του συνεδρίου, όπου αναμένεται να τοποθετηθούν διεθνούς κύρους εμπειρογνώμονες, είναι να εξεταστούν οι τρέχουσες εξελίξεις, οι κατευθύνσεις που έχουν υιοθετηθεί, αλλά και οι προοπτικές υπέρβασής τους. Σύμφωνα με αυτό, η κρίση που έπληξε πριν από οκτώ σχεδόν χρόνια δυσμενώς τις ανεπτυγμένες οικονομίες είναι ακόμη παρούσα: στις ΗΠΑ η ανεργία παραμένει υψηλότερη από την προ κρίσης εποχή, η ιαπωνική οικονομία επέστρεψε στη μακροχρόνια στασιμότητα και η Ε.Ε. αποδεικνύεται ανίκανη να ανακάμψει ή να διατηρήσει τον έλεγχο της ανεργίας. Λόγω της λιτότητας η ύφεση στην ευρωζώνη, αλλά και η ανισότητα μεταξύ κέντρου και περιφέρειας παρατείνονται, καθιστώντας αναγκαία μια μεταρρύθμιση.
Στην Ε.Ε. η αύξηση της ανεργίας θεωρείται η πιο σημαντική επίπτωση της κρίσης στον κόσμο της εργασίας, με την ανεργία των νέων και τη μετανάστευση από τις πλέον πληγείσες χώρες να είναι τα κυριότερα χαρακτηριστικά. Η μακροχρόνια ανεργία και τα χωρίς εισοδήματα νοικοκυριά έχουν αυξήσει τη φτώχεια και την υλική αποστέρηση, δοκιμάζοντας την αποτελεσματικότητα της κοινωνικής πολιτικής. Το σημαντικότερο διακύβευμα όμως είναι η κατεύθυνση και ο χαρακτήρας των θεσμικών αλλαγών στην εργασία, στο κράτος πρόνοιας και ευημερίας.
Τα δείγματα είναι μάλλον αποθαρρυντικά, καθώς οι νεοφιλελεύθερες τάσεις αναμόρφωσης του εργασιακού τοπίου, με την ελαστικοποίηση των αμοιβών και των σχέσεων εργασίας, την ελαχιστοποίηση της προστασίας και των συλλογικών διεκδικήσεων, καθώς και τον περιορισμό των κοινωνικών παροχών μέσω της ανάθεσης κοινωνικών υπηρεσιών στην εθελοντική προσφορά δείχνουν να παγιώνονται, με καταστρεπτικές συνέπειες τόσο για τον δημόσιο τομέα όσο και για την απασχόληση κυρίως των γυναικών.
Ολα αυτά συνέτειναν στην τμηματοποίηση της αγοράς εργασίας, στην εξάπλωση της εργασιακής ανασφάλειας και των χαμηλών αμοιβών, που έθεσαν στο στόχαστρο τα «προνόμια» των εργαζομένων, και μαζί με παράγοντες -όπως η μετανάστευση- άλλαξαν το τοπίο για τις κοινωνικά ευάλωτες ομάδες.
Η οικονομική ανισότητα καθίσταται καθοριστικός παράγοντας, ενώ -σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ- το μερίδιο του εισοδήματος που αφορά την εργασία έχει μειωθεί και οι αμοιβές γίνονται οι πιο άνισες των τελευταίων 25 χρόνων. Την εποχή της κρίσης ο πληθυσμός που στερείται υλικά αγαθά έχει αυξηθεί, ενώ ο φόβος του κοινωνικού αποκλεισμού αγγίζει πλέον τη μεσαία τάξη σε πολλές κοινωνίες. Η κρίση έχει λειτουργήσει ως καταλύτης για τον επαναπροσδιορισμό των πολιτικών προτεραιοτήτων και τα υψηλά ποσοστά χρέους και ανεργίας έχουν μεγαλώσει την αντίθεση στη λιτότητα ως προϋπόθεση για την ανάπτυξη.
Η ανεργία των νέων έφερε πιο κοντά την αναγκαιότητα διασύνδεσης εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας μέσω θεσμικών αλλαγών, ενώ η ανισότητα στις αμοιβές και η τμηματοποίηση της αγοράς εργασίας, με την απουσία κατώτατου μισθού και τα κενά στην κοινωνική προστασία που οδήγησαν στη διάβρωση των εργασιακών συνθηκών και τον πολλαπλασιασμό των ευέλικτων μορφών εργασίας, απορρύθμισαν την απασχόληση, οδηγώντας στην ανάγκη εργασιακών καινοτομιών και επαναρύθμισης, όπως είναι π.χ. ο εθνικός κατώτατος μισθός στη Γερμανία. Το αποτέλεσμα είναι να τίθενται εκ νέου οι προκλήσεις που αφορούν τις εργασιακές σχέσεις, την απασχόληση και την ποιότητα της εργασίας ως προϋπόθεσης για την οικονομική ανάπτυξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου