Η ανάγκη εξαίρεσης από τους δημοσιονομικούς περιορισμούς των δημόσιων δαπανών για το παιδί. Κείμενο των Αρ. Συγγελάκη και Ν. Κανάκη
Η κρίση και κυρίως οι ακολουθούμενες πολιτικές λιτότητας, στο όνομα της αντιμετώπισής της, έχουν βαρύτατες συνέπειες στη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών αλλά πρωταρχικά στους πιο αδύναμους. Τα εισοδήματα εξανεμίζονται, η ανεργία γιγαντώνεται, οι ανισότητες διευρύνονται, η φτώχεια κι ο κοινωνικός αποκλεισμός εξαπλώνονται. Στην Ελλάδα, το, ούτως ή άλλως, ατελές κράτος πρόνοιας της προμνημονιακής περιόδου, λαβωμένο από την πολύχρονη υποχρηματοδότηση και την καθοδηγούμενη από την τρόικα και τις ντόπιες άρχουσες ελίτ απορρύθμισή του, πασχίζει αλλά αδυνατεί να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στην σκληρή αυτή συγκυρία.
Τα παιδιά αποτελούν τα κύρια θύματα αυτής της κατάστασης, όπως άλλωστε επιβεβαιώνει με δραματικούς τόνους η πρόσφατη έρευνα της UNICEF για την παιδική φτώχεια. Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες περιστατικών εγκατάλειψης του σχολείου από παιδιά, που μπαίνουν πρόωρα και τραυματικά στον αγώνα για την επιβίωση. Παιδιών που υποσιτίζονται και υφίστανται τη βία της εκμετάλλευσης και των ανισοτήτων. Παιδιών που δεν έχουν το δικαίωμα για ομαλή βιολογική, πνευματική και κοινωνική ανάπτυξη. Παιδιών κι εφήβων κουρασμένων, πληγωμένων, απογοητευμένων. «Το μέλλον αυτού του τόπου», όπως συνηθίζαμε υποκριτικά να αποκαλούμε τα παιδιά, φαντάζει προκλητικός ευφημισμός μιας εποχής που δείχνει να μην σέβεται και να μην ελπίζει σε τίποτα και συνεπώς δεν δικαιούται να έχει μέλλον.
Στην Ελλάδα σήμερα ούτε η μητρότητα, θεμέλιο μιας κοινωνίας, προστατεύεται: είναι όλο και συχνότερα στον ιδιωτικό τομέα προσλαμβάνονται γυναίκες υπό τον (παράνομο αλλά ρητό) όρο της μη τεκνοποίησης, ενώ η ανεργία, οι πενιχρές αποδοχές και η εργασιακή ανασφάλεια συντελούν στην δραματική μείωση των γεννήσεων. Η δέσμευση για την κάλυψη των ανασφάλιστων από το ΕΣΥ σκοντάφτει στη σκληρή πραγματικότητα της διαρκούς μείωσης των δημόσιων δαπανών αλλά και στον απροκάλυπτο κοινωνικό δαρβινισμό κυβερνητικών θυλάκων (είναι αποκαλυπτικές οι πρόσφατες δηλώσεις του διοικητή του ΙΚΑ). Επιπροσθέτως, μέριμνα μετά τον τοκετό για τη γυναίκα και το παιδί δεν υπάρχει, ενώ οι θέσεις στους βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς διαρκώς λιγοστεύουν. Ακόμα και στον κάποτε ευαίσθητο στη μητρότητα δημόσιο τομέα, πλέον δεν εξαιρούνται ούτε οι έγκυες γυναίκες από τη διαθεσιμότητα. Η πρόσφατη απόφαση του Πρωτοδικείου Ρεθύμνου, η οποία δικαιώνει έγκυο γυναίκα – δημόσιο υπάλληλο, που τέθηκε σε διαθεσιμότητα, αποτελεί φάρο ελπίδας ότι οι δικαστές θα ορθώσουν, επιτέλους, το ανάστημά τους μπροστά στην συντελούμενη κοινωνική τραγωδία.
Απέναντι στη ζοφερή αυτή κατάσταση, η κοινωνία αντιδρά με πλεόνασμα αλληλεγγύης: οργανώνοντας συσσίτια, παρέχοντας δωρεάν μαθήματα στα παιδιά, πασχίζοντας να μην τους λείψουν τα φάρμακά τους ή το χριστουγεννιάτικο δωράκι τους. Πρωτοβουλίες όπως η συστηματική παροχή δωρεάν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης από τους «Γιατρούς του Κόσμου» σε χιλιάδες συνανθρώπους μας, τα κοινωνικά ιατρεία και άλλες ουσιαστικές προσπάθειες δήμων, εργατικών κέντρων, εθελοντικών οργανώσεων, πολιτών, είναι πολύτιμες αλλά δυστυχώς δεν είναι αρκετές. Δεν μπορούν, και δεν φιλοδοξούν άλλωστε, να υποκαταστήσουν το κράτος, που, παρά τις αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, μοιάζει αμήχανο, αδύναμο να συλλάβει, καν, τις διαστάσεις του διαρκώς οξυνόμενου προβλήματος.
Στο έδαφος της προωθούμενης από τις άρχουσες ελίτ αντίληψης για την πλήρη απόσυρση του κράτους από την κοινωνική του αποστολή, ακόμα και σημαντικές παρεμβάσεις της Πολιτείας, όπως π.χ. το εθνικό πρόγραμμα προληπτικού ελέγχου νεογνών, δωρεάν και χωρίς διακρίσεις για όλα τα παιδιά που γεννιούνται στη χώρα μας, τα προγράμματα για το μητρικό θηλασμό και την πρόληψη της παιδικής κακοποίησης του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού και άλλων φορέων, δεν γίνονται αντιληπτές από το ίδιο το κράτος ως τμήματα ενός ολοκληρωμένου πλέγματος κοινωνικής προστασίας για το παιδί και την οικογένεια, που διασφαλίζει θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα.
Ωστόσο το πιο ανησυχητικό είναι ότι όλοι μας, η πολιτική τάξη, τα Μ.Μ.Ε., οι κοινωνικοί φορείς, η κοινή γνώμη, δεν εξεγειρόμαστε αλλά, αντίθετα, δείχνουμε συμβιβασμένοι με την κατάσταση αυτή. Μοιάζει να θεωρούμε αυτονόητο πως πρέπει να μαζέψουμε γάλα και φάρμακα για τα παιδιά. Αν δεν αλλάξουμε άμεσα πλεύση, μια ολόκληρη γενιά είναι καταδικασμένη να ζήσει σε συνθήκες φτώχειας και αποκλεισμού. Πρόκειται για ένα βαθιά πολιτικό ζήτημα, ένα ζήτημα υπαρκτικό για το έθνος μας. Ως πότε οι μαθητές και οι φοιτητές, που κινητοποιούνται διότι «δεν θέλουν να ζήσουν χειρότερα από τους γονείς τους», θα σώζουν την τιμή της κοινωνίας μας;
Ανοίγουμε τη συζήτηση για το παιδί διότι πιστεύουμε ακράδαντα ότι πιο σημαντικό κι από την έλλειψη των πόρων είναι το έλλειμμα συνειδητοποίησης για το τι διακυβεύεται. Ενώνουμε τις μικρές μας δυνάμεις για να έλθει το παιδί στο επίκεντρο της πολιτικής συζήτησης. Όχι απλώς ως ουμανιστικό μας καθήκον αλλά διότι αυτό αποτελεί προϋπόθεση και διέξοδο από την κρίση, γέφυρα προς μία κοινωνία γνώσης, ισότητας κι ευημερίας.
Απαιτούνται ρεαλιστικές αλλά γενναίες παρεμβάσεις. Ο Πρόεδρος της Βραζιλίας κ. Λούλα, πρόσφερε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς η κοινωνική πολιτική υπηρετεί την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας: με την παροχή δωρεάν γευμάτων στους μαθητές των δημόσιων σχολείων πέτυχε ταυτόχρονα την ανάσχεση της σχολικής διαρροής, τη μείωση της παιδικής εγκληματικότητας και την διασφάλιση της υγείας και της εκπαίδευσης των παιδιών, καθιστώντας παράλληλα τη χώρα του μία από τις έξι πιο ισχυρές οικονομικές δυνάμεις στον κόσμο. Δεν κατόρθωσε βέβαια να θεραπεύσει τις ανισότητες, κάτι που θα προϋπέθετε δομικές παρεμβάσεις στην οργάνωση της παραγωγής και της κοινωνίας με στόχο την δίκαιη κατανομή του πλούτου και των δυνατοτήτων της χώρας, αλλά έδωσε μία απλή και ουσιαστική διέξοδο σε ένα ασφυκτικό πρόβλημα.
Επιτέλους, ας το αντιληφθούμε: το στοίχημα της ζωής, της υγείας, της μόρφωσης, της ευημερίας κρίνεται στην παιδική ηλικία. Αν δεν θέλουμε η χώρα μας να εγκλωβιστεί οριστικά σ’ ένα φαύλο κύκλο επιστημονικής, τεχνολογικής και παραγωγικής υστέρησης, φτώχειας, γηρασμένου πληθυσμού, οφείλουμε να στηρίξουμε με όλες μας τις δυνάμεις το παιδί και την οικογένεια. Παιδικοί σταθμοί και ολοήμερα σχολεία με δωρεάν γεύματα για όλα τα παιδιά, φιλικό στην οικογένεια φορολογικό σύστημα, αυστηροί έλεγχοι για την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας, επέκταση των υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής φροντίδας, προγράμματα πρόληψης, προώθηση των γονέων στην εργασία, συγκροτούν μια ενεργητική, κοινωνική και αναπτυξιακή πολιτική, που είναι σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, αναγκαία. Στο πλαίσιο αυτό, η εξαίρεση των δημόσιων δαπανών για την υγεία, την εκπαίδευση και την κοινωνική προστασία του παιδιού από τους περιορισμούς του μνημονίου και της δημοσιονομικής επιτήρησης συνιστά ρεαλιστική επιδίωξη, άμεσης μάλιστα προτεραιότητας.
Διευκρινίζουμε ότι επιθυμούμε την άμεση απαλλαγή της χώρας από τα δεσμά του μνημονίου και τη δημοκρατική ανατροπή της εφαρμοζόμενης πολιτικής, που αποτελεί προϋπόθεση για την κοινωνικά δίκαιη ανάπτυξη, την στήριξη του κράτους πρόνοιας και την αναδιανομή υπέρ των ασθενέστερων. Ωστόσο, η θέσπιση κοινωνικής και αναπτυξιακής ρήτρας για το παιδί και την οικογένεια, στην εξειδίκευση της οποίας θα επανέλθουμε, αποτελεί επείγουσα προτεραιότητα και έμπρακτη απόδειξη μιας άλλης αντίληψης, που δίνει προτεραιότητα στο παιδί, τη μητρότητα και την οικογένεια κι επιτρέπει αισιοδοξία για το μέλλον. Γιατί, τελικά, «όσο υπάρχει παιδί, υπάρχει ελπίδα!».
* Το άρθρο αυτό σε μικρότερη έκταση έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου