Στην Ελλάδα καταγράφεται το 4ο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παγκοσμίως, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO).
Το 2013 το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα ξεπέρασε το 27,6%- το υψηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί σε δυτική χώρα τα τελευταία τριάντα χρόνια- ενώ ο Οργανισμός εκτιμά πως και το 2014 η ανεργία θα αυξηθεί και θα ξεπεράσει το 28%. Παράλληλα το ΙΝΕ ΓΣΕΕ προβλέπει αναρρίχηση της ανεργίας στο 34% έως το 2016. Η χώρα μας κατέχει μια επιπλέον απογοητευτική πρωτιά: σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το επίπεδο ανεργίας στους νέους έως 25 ετών έφτασε τον Αύγουστο του 2013 το 60,6%.
Τα διλήμματα που αντιμετωπίζει πλέον η χώρα μας είναι υπαρξιακά. Το συσσωρευμένο για δεκαετίες πολιτικό έλλειμμα, η πρωτόγνωρη ύφεση και η αποσάθρωση των παραγωγικών υποδομών έχουν διαμορφώσει καταστάσεις ασφυξίας.
Η ελληνική οικονομία, μετά από έξι συνεχόμενα έτη (2008-2013) βαθιάς ύφεσης και αυξημένης ανεργίας χωρίς ορατά σημεία ανάκαμψης στα μακροοικονομικά της μεγέθη, απώλεσε το 25,7% του ΑΕΠ της σε σχέση με το έτος έναρξης της κρίσης.
Εν τούτοις το καταστροφικό μείγμα οικονομικής πολιτικής που επιβάλλεται από την τρόικα και την κυβέρνηση δεν αλλάζει. Αντιμετωπίζουμε ένα διαρκές σφυροκόπημα των εργασιακών δικαιωμάτων και μια μονομερή περικοπή μισθών και εισοδημάτων που σε συνδυασμό με την επιβολή υψηλής φορολόγησης στραγγαλίζουν κάθε προοπτική ανάπτυξης.
Το απόλυτο αδιέξοδο δεν αποτυπώνεται μόνο στο ποσοστό ανεργίας, ανακλάται επίσης και στους χειρισμούς του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης αναφορικά με τη συνεχώς μεταβαλλόμενη και αυξανόμενη φορολογική πολιτική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, μεταξύ άλλων, αποτελεί το φιάσκο του φόρου στα καύσιμα. Η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς να πατάξει το λαθρεμπόριο, άφησε τους πολίτες να παγώσουν και το αποτέλεσμα ήταν η συνολική υποχώρηση των εισπράξεων από τους φόρους στα πετρελαιοειδή για το ενδεκάμηνο (2013) να ανέλθει στα 584 εκ., ή ποσοστό 9,11%, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2012 ενώ σε σύγκριση με το ενδεκάμηνο του 2011, τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα, αφού η υποχώρηση ανέρχεται σε 1,094 δισ., ή ποσοστό 15,81%.
Παρά τις εξαγγελίες για ανάκαμψη και ανάπτυξη, η κυβέρνηση αγνοεί την κρισιμότητα των συνθηκών και συνεχίζει να υπονομεύει τη μακροπρόθεσμη πορεία της χώρας θεσπίζοντας αντικίνητρα για οποιαδήποτε επενδυτική δραστηριότητα, με οδυνηρές συνέπειες στη παραγωγική δραστηριότητα και την απασχόληση.
Σε αυτές τις έκτακτες συνθήκες είναι αναγκαία περισσότερο από ποτέ μια πυξίδα ανάπτυξης. Σε όσες μειώσεις μισθών και να προβεί η κυβέρνηση, η οικονομία δεν θα μπορέσει να αποκτήσει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Η μόνη δυνατότητα για αύξηση της απασχόλησης είναι η επεξεργασία σχεδίου παραγωγικής ειδίκευσης της χώρας.
Το οικονομικό επιτελείο οφείλει να θέσει αναπτυξιακές προτεραιότητες και να διευκολύνει τους τομείς δραστηριότητας οι οποίοι μπορούν να αποκτήσουν εξαγωγική δυναμική. Παράλληλα οφείλει να ενισχύσει την υπάρχουσα βιομηχανική παραγωγή, καταστέλλοντας τα εμπόδια που αυτή αντιμετωπίζει. Αντί να επιδοτούμε με δις ευρώ τα μεγάλα σχήματα παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, μήπως θα έπρεπε να μειώσουμε το ενεργειακό κόστος της ελληνικής βιομηχανικής παραγωγής;
Η Ελλάδα οφείλει να αποκτήσει σχέδιο ειδίκευσης και ανάπτυξης της παραγωγικής της βάσης, προκειμένου να βρει τη θέση της στην παγκόσμια οικονομική σκηνή.
Η χώρα πρέπει και μπορεί να ειδικευτεί σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας καθώς και σε τομείς σύγχρονης κοινωνικής πολιτικής. Σε αυτή την περίπτωση οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις έχουν περισσότερα περιθώρια και προοπτικές επιτυχίας και ανάλογα, μέσα από αυτή την ειδίκευση, σε συνδυασμό με μια συνετή και αποτελεσματική διαχείριση των δημοσίων εσόδων, η χώρα θα μπορεί να εξασφαλίζει υψηλούς μισθούς και πιο δίκαιη κατανομή εισοδημάτων και πλούτου.
(Ο Παναγιώτης Συριόπουλος είναι επιστημονικός συνεργάτης του ΙΝΕ ΓΣΕΕ)
Πηγή: Pratto.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου