Ποια ήταν, είναι και θα είναι, η πραγματική παγίδα στο θέμα των βαθύτατων αλλαγών που χρειάζεται η αγορά εργασίας; Πρώτον, ότι οι αλλαγές που επιχειρούνται γίνονται σε περίοδο θυελλώδους ύφεσης σχεδόν όλων των κλάδων της οικονομίας. Δεύτερον, ότι ούτε η εργοδοτική πλευρά ούτε η πλευρά των συνδικάτων έχουν προετοιμαστεί.
Είναι διαφορετικό να επιχειρούνται το άνοιγμα και η ευελιξία της αγοράς εργασίας σε περίοδο όπου όλοι θα πάνε «κάτω», θα χάσουν δηλαδή ένα σημαντικό μερίδιο εισοδήματος. Οταν από τις αλλαγές όλοι νιώθουν χαμένοι και, επιπλέον, τα θύματα της ανεργίας πληθαίνουν κάθε μέρα, κανείς δεν πρόκειται να τις υποστηρίξει. Ακόμη χειρότερα, η προσαρμογή της αγοράς εργασίας έρχεται αφότου έχει περάσει από τις τσέπες και τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών η λαίλαπα της εφορίας.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου εμπόδισε τον ανταγωνιστικό τομέα της οικονομίας όταν μπορούσε να επιδιώξει την ταχεία προσαρμογή του. Πολλοί, πολύ συχνά, συγκρίνουν τη μαζική διοχέτευση ρευστότητας στην αμερικανική οικονομία από την ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα, με συνεχή αύξηση του ομοσπονδιακού χρέους που αναλαμβάνει η κυβέρνηση μετά από άδεια του Κογκρέσου. Οι ίδιοι μεταφέρουν αυτούσιες τις προτάσεις του γνωστού οικονομολόγου Κρούγκμαν, που υποστηρίζει με συνέπεια αυτή την πολιτική διευκόλυνσης της αμερικανικής οικονομίας.
Ξεχνούν όλοι αυτοί πως η αμερικανική οικονομία διαθέτει μια από τις πλέον ευέλικτες, ανοικτές και ανταγωνιστικές αγορές εργασίας. Υπάρχει κινητικότητα στις αμοιβές, στη γεωγραφική εξεύρεση εργασίας, στην κλαδική μεταπήδηση, στη διαρκή προσαρμογή εξειδίκευσης. Το ίδιο επιδιώκουν και πολλές άλλες οικονομίες. Το ίδιο προτείνεται να επιδιώξουμε κι εμείς.
Κατά κανόνα, το μόνο συλλογικό που είχαν οι συμβάσεις εργασίας ήταν το χρονοεπίδομα, καθώς και ένας κατάλογος επιδομάτων. Σε πολλές περιπτώσεις ο βασικός μισθός είχε παραμείνει εξαιρετικά μικρός, χωρίς καμία συνάρτηση με την πραγματικότητα. Στις ΔΕΚΟ ήταν το μεγαλύτερο πρόβλημα. Σε συνδυασμό με τη μονιμότητα που είχε εξασφαλιστεί, οι συμβάσεις είχαν πάντοτε ένα έντονο στοιχείο πολιτικής διαπραγμάτευσης.
Οι λεπτομερείς συμβάσεις εργασίας χρειάζονται όταν πρόκειται να ρυθμιστούν ζητήματα συνθηκών εργασίας, εντατικοποίησης των όρων παραγωγής, υιοθέτησης συστημάτων μέτρησης της παραγωγικότητας και της κατ’ αναλογίαν αμοιβής. Ελάχιστα απασχολήθηκαν συνδικάτα και επιχειρήσεις με παρόμοια θέματα.
Το σύστημα, που τώρα καταρρέει και για το οποίο εξευτέλισε τον θεσμό της υπηρεσιακής υπουργίας, ο «αγωνιστής» δικηγόρος Ρουπακιώτης από τη θέση του υπουργού Εργασίας, αποτελεί τον καλύτερο «φρουρό» σημαντικών ανισοτήτων. Οσοι νομίζουν ότι οι καπιταλιστές έχουν τόσα πολλά να κερδίσουν με το νέο σύστημα, κάνουν μεγάλο λάθος.
Μάλλον καλύτερα ήσαν, ιδιαίτερα οι ολιγότερο ανταγωνιστικοί, με το παλαιό σύστημα. Σε περίοδο ταχείας ανόδου της παραγωγικότητας και εξίσου ταχείας διεύρυνσης των κερδών, οι επιχειρήσεις παραχωρούσαν με προσποιητή δυσκολία «αυξήσεις πάνω από τον πληθωρισμό», προκειμένου να έχει κάτι να δείξει και ο συνδικαλιστής αλλά και να αυξηθεί η καταναλωτική ζήτηση, δηλαδή και ο τζίρος των αντίστοιχων επιχειρήσεων. Λίγο ενδιέφερε, την περίοδο εκείνη, πόσο θα πάρουν οι «πολλοί». Αρκεί να μην ασχολούνται με όσα θα έπαιρναν οι «λίγοι».
Το σύστημα των συμβάσεων δεν εξασφάλιζε καλύτερες αμοιβές στους καλύτερους. Αδιαφορούσε για την επιβράβευση της ατομικής προσπάθειας. Δεν προστάτευε την επιχείρηση και τους υπόλοιπους εργαζομένους από τους τεμπέληδες. Γι’ αυτό άλλωστε, εφαρμόστηκε κυρίως στις μεγάλες δημόσιες επιχειρήσεις.
Οι καλές μεγάλες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα είχαν τις δικές τους επιχειρησιακές συμβάσεις εδώ και πολλά χρόνια. Ολοι γνωρίζουν, ακόμη και τα κόμματα που προσπαθούν να κερδίσουν την ψήφο του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ότι οι αμοιβές και οι παράλληλες πληρωμές ήσαν πάντοτε καλύτερες στις μεγάλες επιχειρήσεις, ιδιαίτερα όταν αυτές είχαν φροντίσει να εκσυγχρονιστούν, να αποκτήσουν διαφανή συστήματα ανταμοιβής και εσωτερικής εξέλιξης των n εργαζομένων τους.
Θα ήταν καλύτερο οι αλλαγές να είχαν γίνει όταν η οικονομία ήταν καλύτερα. Με άνεση χρόνου και διάθεση για συζήτηση. Μπορούν, όμως, να γίνουν και τώρα. Αρκεί και οι δύο πλευρές της διαπραγμάτευσης να δείξουν δημιουργική διάθεση και να αφήσουν την πολιτική μακριά από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ολοι συμφωνούμε ότι έχουμε περάσει σε μια νέα κατάσταση πραγμάτων. Μετά την κρίση, τίποτε δεν θα είναι όμοιο.
Σε κάθε διαπραγμάτευση υπάρχει μια πρωταρχική συνθήκη που συμφωνούν όλα τα μέρη να σεβαστούν. Στην υπόθεση των εργασιακών συμβάσεων η προϋπόθεση αυτή είναι από το νέο σχήμα αμοιβών να προστατευθούν οι θέσεις εργασίας και να προκύψει ένα χαμηλότερο επίπεδο ανεργίας. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου