του
Εισήγηση του Κρητικού βοσκού, Μανούσου στην
ολομέλεια
του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με θέμα: «Ευρώπη και Ελληνική κρίση»
ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ, του ανταποκριτή μας
Σύντεκνοι και συντέκνισσες,
Άφηκα τα οζά στ αόρι*, για να ρθω επαέ* να σα σας πω
δυο κουβέντες
και να τσ
ακούσετε με πολύ προσοχή, ωρέ κουφάλογα...
Θαρρώ, πως δε καταλαβαίνετε πως ούλοι οι Έλληνες δεν
είναι σα κι αυτούς
που
ρχονται κάθε τρεις και λίγο επαέ και τους κουνείτε τα δαχτύλια,
να
φοβηθούνε, κι ούτε έχουμε ούλοι οι Έλληνες τον καφά* του Βενιζέλου
να μας
εσβερκώνετε*, όποτε σας γουστάρει, και να μας ελαλείτε σα τα πρόβατα.
Κατέχομε το, πως οι κυβερνήτες μας ήτονε μπήτι*
άχρηστοι κι αχαϊρευτοι
και μας επαίζανε σαν τα μαϊμούνια 30 χρόνια τώρα.
Κατέχομέ το πώς δεν
κατέχανε να μοιράσουνε δυο γαϊδάρω άχερα, κι αν τα
μοιράζανε τα παίρνανε
ούλα για την αφεντιά τως. Κατέχομε το πώς φταίμε κι
εμείς απού τσι ψηφίζαμε
τοσανά χρόνια, μα ίντα θέτε δα από πα και πέρα; Αυτά
θα τα ξεκαθαρίσομε
εμείς λίαν
συντόμως,με τσι κουμπούρες. Είναι δικοί μας λογαριασμοί.
Από τ αόρι μαθαίνω πως μόνη σας έγνοια είναι να
πάρετε τα χαρθιά που σα
σε χρωστούμε. Μα σεις μωρέ θέτε πιο πολλά από
κείνανά που μας εδώκετε. Και
θαρρώ πως δε θέτε μόνο χαρθιά. Θέτε κι άλλα που δε
μπορείτε μαυροπατσαβούρες
να τα πάρετε χρόνια τώρα. Τον ήλιο μωρέ θέτε, και τη
θάλασσα, και τον ουρανό
μας, και τα πουλιά μας, και τσι βράχους μας και το
φιλότιμο μας και το γέλιο
μας και τσι χορούς μας και τσι μουσικές μας και τα
φαγιά μας και τσι φωνές μας.
Ζηλεύετε μωρέ παράωροι* τα οζά* μας, τα μιτάτα μας,
τσι ασκομαντούραες* μας.
Εκείνονά
είναι το πρόβλημα σας, γαμώτο!
Ανεμαζώνεστε επαέ ούλοι οι σφουγγοκωλάριοι* και λέτε
ούλες τσι παραωριές για
τσι τράπεζες και τα ομόλογα και τα σκουπιδόχαρτά
σας. Και θαρρείτε πως ετούτανά
τα χαρθιά είναι η πλάση κι η πρόοδος σας. Μαύρα
μεσάνυχτα έχετε ούλοι σας.
Να τα βάλουτε
κει που ξέρετε, χλαπατσομένοι !
Κι ύστερα λέτε πως θα μας πετάξετε όξω από την
Ευρώπη. Ίντα θαρρείτε μωρέ,
πως είναι εκείνηνά η Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα; Πράμα
δεν είναι. Και τ όνομα τσι,
τσ αρχαίους έλληνες παραμυθάδες το χρωστεί. Ίντα
θαρρείτε πως είναι η Ευρώπη
χωρίς την Ελλάδα μας μωροί;
Οι αποικίες σας είναι απού ξεβγάλατε ούλους τσι
λαούς για να τόσε παίρνετε
τα χρυσάφια γή, τα στρατόπεδα που ξεβγάνατε τς
Οβραίους; Τον κακό σας το φλάρο,
ωρέ γύφτοι…
Ο Παρθενώνας, δικός μας είναι μωρέ κι ούλα τα
κλεψιμέικα* που χετε στα μουσεία σας
και δείχνετε τα τσι τουρίστες. Εμείς μωρέ στα βουνά
κλέφτομε τα πρόβατα και
τσ
αίγες να κάνομε σεϊρι* τς άλλους βοσκούς, μα δε κλέφτομε ιδέες και
ιδανικά
κι
αξίες.
Κι εμείς άμα στο χωριό ζορίζεται ένας, πάμε ούλοι
και προστρέχομε να τονε
βοηθήσομε.
Επαέ μέσα που είστε και καλά γραμματιζούμενοι, δεν
έχετε ακούσει για τον μεγάλο
παραμυθά τον Όμηρο, τσ Αισχύλους, τσι Περικλήδες, τσ
Αριστοτέληδες, τσι
Παλαιολόγους, τσι Μακρυγιάννηδες, τσι Παλαμάδες και
τσι Θοδωράκηδες;
Κατέχετέ τσι ούλους, γιατί αυτοί μωρέ σας τα μάθανε
τα γράμματα, χλαπατσάδες !
Αγριάνθρωποι
ήσαστα, που νε πάρει ο διάουλος !
Κι οι κολόνες, μωρέ, τσι δρόμους σας κι αυτές από
μας τσι πήρετε και τσι γλώσσες,
μωρέ που μιλείτε δικές μας είναι. Εγώ που δεν κατέχω
γρι εγγλέζικα, σας ακούω
από οψάργας*
και τα μισά που λέτε, ρωμέικα είναι και δεν το χαμπαριάζετε,ρε μαιμούδες !
Από πού μωρέ θα μας σε βγάλετε; Από πού ωρέ
ξυπνάκιδες; Από το σπίτι τω παππούδω μας;
Να μας σε βγάλετε μωρέ, μα ν αλλάξετε όνομα και
γλώσσα και να μη λέτε για δημοκρατία
και
φιλοσοφία.
Και να βγάλετε μωρέ τσ Αφροδίτες και τσι Φειδίες απ
τα μουσεία σας, να δείχνετε
μωρέ τα Άουσβιτς, τα Νταχάου, τη μπύρα και τα
κοκκινόμουτρά σας και τσ αλυσίδες
τω σκλάβων τσ
Αφρικής, αγροίκοι!
Επαέ ήρθα να σα σας πω εκείνανά που οι Λουκάδες* και
τα Γιωργάκια* και τ Αντωνάκια*
δε σας σε λένε, γιάντα τς Αμερικές και τσαα Λονδίνα
δεν επαίξανε Κορνάρο, δεν
εμάθανε για τσι Δροσουλίτες και δεν ακούσανε τσι
μπαλωθιές του Κόρακα* και του
Ξωπατέρα*. Σφουγγοκωλάριοι εσπουδάσατε να ανταλλάσσετε
χαρθιά και «κουρέματα».
Ίσαμε εκεία πήγανε. Και δα εβρήκε ο Φίλιππος το
Ναθαναήλ. Εγώ μωρέ, έχω
τα ντουφέκια τω παππούδω μου που πολεμούσανε για τα
«ΟΧΙ», αυτά λένε την αλήθεια,
όχι τα Γκαίτε ινστιτούτα σας - που γέμισε ο κόσμος
από τέτοια - και οι λέσχες σας
απούναι πιο πολλές απ τα σχολεία πια στη χώρα μου, που λένε
μόνο "Ντότσλαντ ύμπερ
άλλες".
Αει ξαναπηδήξτε με τσ αλεξίπτωτά σας κι ελάτε τσι Κρήτη να τα πούμε λι
άλλο...
Να ρθετε μωρέ ούλοι σας στο μιτάτο* να σα σας
φιλέψουμε, να ρθετε να πιούμε τη ρακί,
να σάσε χτυπήσει μιαολιά* αέρας κρητικός μπας και
συνέλθετε, γιατί μόνο έτσιδά θα ξεξινίσετε,
θα φτιάξει η μουράκλα σας, γιατί ανέ δείτε τα μούτρα σας,
είναι όλο κακομοιριά, μουτζούρα,
λέρα
και παραωριά. Και φουσκωμένα απ τη λάγκερ και τα λουκάνικα μωρέ...
Ιμείς με
τη ρακή λεβέντες γινόμαστε...
Και μάθετε καλά, πως χωρίς τσι μπεμβέδες, τσι
μερσεντέδες, τη Σήμενς, τα ποβρύχια, τα παπόρια
και τσ ανοστιές που μας εταΪζετε (βάλτετα τα λουκάνικα
εκεί που ξέρετε),
Ελλάδα θα
υπάρχει πάντα! Χωρίς τσ Αφροδίτες μας έχετε μπατιρίσει ντελόγο*,ωρέ κλέφτες,
και κατέχετέ το καλά όσο κι εγώ. Από δα και μπρος το
λοιπό, μ εμένα θα χετε να κάμετε
τη διαπραγμάτευση κι όχι με τα Γιωργάκια, τα
Αντωνάκια, τα πουστάκια και τσι Λουκάδες.
Κι εγώ δεν είμαι ο «anonymous»,να φορώ τη
μουστρουχίνα* στα μούτρα μου,
να μαι σα τη μασκάρα...
Είμαι ο Μανούσος, ο βοσκός απ’ τα βουνά τσι
Κρήτης, ωρέ χέστες....
ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ
αόρι* βουνό,
επαέ* εδώ,
καφάς* σβέρκος
εσβερκώνετε* χτυπώ στο κεφάλι, δίνω καρπαζιά.
Μπήτι* εντελώς
Επαίζανε* κοροϊδεύανε
παράωροι* ανόητοι,
οζά* ζώα
σφουγγοκωλάριοι* καζαντζακική λέξη, γραφειοκράτες
ασκομαντούρα* μουσικό όργανο (παρόμοιο με τη σκωτζέζικη γκάιντα)
που παίζουν βοσκοί της Κρήτης, κατασκευασμένο από
δέρμα προβάτου.
οψάργας* χθες αργά
Λουκάδες* και τα Γιωργάκια* και τ Αντωνάκια*
Λ. Παπαδήμος,
μη εκλεγμένος πρωθυπουργός, Γ. Παπανδρέου, Α.
Σαμαράς, αρχηγοί
κομμάτων που κατάστρεψαν την Ελλάδα.
Κόρακα* Ξωπατέρα*. Ήρωες των κρητικών επαναστάσεων που
θυσιάστηκαν
για την ελευθερία. Ο Μ. Κόρακας, από την Πόμπια,
πήρε μέρος σε πάρα
πολλά κινήματα και επαναστάσεις μέσα κι έξω από την
Κρήτη και θεωρείται
ένας απ τους σημαντικότερους «τουρκοφάγους» των
ελληνικών επαναστάσεων
του 19ου αιώνα. Ο Ξέπαπας, ή Ξωπατέραςυπερασπίστηκε
με λίγους
καλόγερους, απέναντι σε ολόκληρο στρατό, το
μοναστήρι της Οδηγήτριας
στη Μεσαρά, μέχρι να πέσει και ο τελευταίος απ τους
πολιορκημένους
Κλεψιμέικα* κλοπιμαία
κάνομε σεϊρι* κοροϊδεύουμε
μιτάτο* πετρόχτιστο καταφύγιο των βοσκών στα ορεινά της Κρήτης
μιαολιά* λιγάκι,
ντελόγο* αμέσως,
μουστρουχίνα*μάσκα
* Ο Μιχάλης Τζανάκης είναι φιλόλογος
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου