Η ύπαρξη δεκάδων χιλιάδων νέων με υψηλό καταληκτικό εκπαιδευτικό επίπεδο (AEI - TEI) στους καταλόγους των ανέργων πριμοδοτεί και ενισχύει μια μυθική ανάγνωση της πραγματικότητας: ότι δήθεν «εκείνο που απουσιάζει δεν είναι οι θέσεις στην αγορά εργασίας αλλά το κατάλληλα εξειδικευμένο προσωπικό που θα τις καλύψει».
Τις τελευταίες μέρες δημοσιεύτηκε «μελέτη» του ΙΟΒΕ με τίτλο «Εκπαίδευση και αγορά εργασίας στην Ελλάδα: επιπτώσεις της κρίσης και προκλήσεις».
Στη «μελέτη» παρουσιάζεται, με βάση επεξεργασμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, μια απογραφή των επιπτώσεων της κρίσης στην αγορά εργασίας, με έμφαση στα δεδομένα που αφορούν την απασχόληση και την ανεργία των νέων.
Το «συμπέρασμα» είναι πως βασική ορίζουσα της ανεργίας των νέων είναι η αναποτελεσματική κατάρτισή τους σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Το «συμπέρασμα» αυτό είναι εξόχως βολικό και αξιοποιήσιμο από τις κυρίαρχες πολιτικές που βρήκαν μια σημαία ευκαιρίας για τις δικές τους επικοινωνιακές μεθοδεύσεις.
Για παράδειγμα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποκαλύπτει στους νέους φοιτητές ότι δική του «έγνοια είναι να σπουδάσετε σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ σύγχρονα, οργανωμένα, λειτουργικά, που θα δίνουν πτυχία με αξία και αντίκρισμα στην πραγματική ζωή», ενώ ο υπουργός Παιδείας την ίδια περίοδο προβάλλει την αναδιάρθρωση στα ΑΕΙ και τις αλλαγές στο σύστημα πρόσβασης σαν το μαγικό φίλτρο που απαντάει στα προβλήματα.
Το «ανελαστικό εκπαιδευτικό μας σύστημα»
Χρόνια τώρα, μόνιμοι προσηλυτιστές της κοινής γνώμης, δημοσιογράφοι και πανεπιστημιακοί, τεχνοκράτες και «ειδικοί», συνδικαλιστές της αριστοκρατίας, αυτό το είδος των «κρατικών ευγενών» που αντλούν το κύρος τους από τις περίοπτες θέσεις τους στις «αυλές» και τις οθόνες, χρόνια τώρα, με δομή ρωσικής μπάμπουσκας, με γλώσσα που αποκρύπτει αριστοτεχνικά την αλήθεια και τους κώδικες αποκρυπτογράφησής της, υποστηρίζουν με άκαμπτη ομοφωνία ότι «εκείνο που απουσιάζει δεν είναι οι θέσεις στην αγορά εργασίας αλλά το κατάλληλα εξειδικευμένο προσωπικό που θα τις καλύψει, καθώς στις σημερινές συνθήκες της οικονομίας δημιουργούνται θέσεις εργασίας με νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά».
Παράλληλα ανακαλύπτουν ότι «το εκπαιδευτικό σύστημα δεν μπορεί να ανταποκριθεί έγκαιρα σ’ αυτές τις νέες ανάγκες, καθώς έχει δομηθεί πάνω σ’ ένα παρωχημένο σύστημα παραγωγής με κουλτούρα τακτοποίησης και όχι απασχόλησης».
Στο πλαίσιο αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας κατηγορείται ότι εμφανίζει εντυπωσιακές «ανελαστικότητες» στην κατάλληλη εξειδίκευση φοιτητών και σπουδαστών.
Τα Πανεπιστήμια κατηγορούνται για αρχαϊσμό, ότι είναι αποκομμένα από τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας και ως εκ τούτου είναι φυσικό να παράγουν ανέργους.
Η πεμπτουσία των κατηγοριών συνίσταται στο ότι επανακαθορίζει την ανεργία σε «έλλειμμα κατάρτισης» αυτών που πλήττονται από αυτήν - πράγμα που, φαινομενικά, είναι εντελώς λογικό: Αν κάποιος δεν έχει δουλειά, οι γνώσεις που αυτός ή αυτή διαθέτει προφανώς δεν έχουν αγορά, δηλαδή ζήτηση, που να ενδιαφέρεται γι’ αυτές. Δική του, συνεπώς, δουλειά είναι να καταργήσει αυτή την έλλειψη.
Συνέπεια είναι η δημιουργία ενός «καθήκοντος κατάρτισης» - που ονομάζεται κυριολεκτικά έτσι, σε συνάρτηση με το δικαίωμα σε κοινωνικές παροχές που, συνεπώς, μπορούν να παρασχεθούν μόνο με την επιφύλαξη μιας προσαρμοσμένης κατάρτισης που θα έχει επιτευχθεί ατομικά.
Ενας ορισμός του νεοφιλελεύθερου όρου της εκπαίδευσης θα μπορούσε, έτσι, να είναι: καθένας και καθεμιά είναι ο ίδιος και η ίδια υπεύθυνος και υπεύθυνη για τη δημιουργία, τη διατήρηση και τη μόνιμα διευρυμένη αναπαραγωγή του εργασιακού κεφαλαίου του/της.
Με άλλα λόγια, καθένας και καθεμιά είναι ατομικά αρμόδιος για την οικονομική αξιοποίησή του/της.
Μετατίθεται και μετακυλίεται έτσι ανεπαίσθητα και παραπλανητικά το πρόβλημα της ανεργίας από τις δομές ενός συστήματος για το οποίο η παραγωγή και αναπαραγωγή εφεδρικού στρατού ανέργων είναι χρυσοφόρα επένδυση στις «πλάτες» των ίδιων των νέων ανέργων που έκαναν το «λάθος» να σπουδάσουν φιλολογία, μαθηματικά, φυσική, ιατρική, αρχιτεκτονική, κοινωνιολογία, βιολογία κ.λπ. σε αριθμούς μεγαλύτερους από ό,τι αντέχει ή επιτάσσει η «θεά» αγορά.
Δηλαδή, η ανεργία οφείλεται στην παιδεία; Παραδείγματος χάριν, στα νοσοκομεία δεν διορίζονται νοσοκόμες που χρειάζονται γιατί δεν έχουμε εκπαιδευμένες νοσοκόμες;
Ανακατασκευή των μύθων
Αν ανοίξουμε ένα «παράθυρο» στην πραγματικότητα, σπάζοντας το σκοτάδι της εικονικής κατασκευής της, θα δούμε ότι: Εχουμε άθλιο επίπεδο υγείας, νοσοκομεία της ουράς και του ράντζου, αλλά υπάρχουν νέοι άνεργοι γιατροί που μεταναστεύουν στο εξωτερικό.
Χιλιάδες παιδιά βρίσκονται έξω από το σχολείο, θερίζει ο λειτουργικός αναλφαβητισμός, αλλά επιμένουμε στις τάξεις των 27 μαθητών, ενώ χιλιάδες νέοι άνεργοι εκπαιδευτικοί «σαπίζουν» στα λιμάνια της ανεργίας. Και πάει λέγοντας.
Σ’ ένα τέτοιο σύστημα, όπου ο άνθρωπος ενδιαφέρει μόνο σαν «μηχανή» που παράγει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος για τον εργοδότη, η ανεργία όχι μόνον δεν βλάπτει, αλλά είναι και ωφέλιμη οικονομικά, ιδεολογικά, πολιτικά.
Η «κοινή γνώμη», αδυνατώντας να συλλάβει ότι η γενικότερη αδυναμία των πτυχιούχων να ενταχθούν στην αγορά εργασίας είναι αποτέλεσμα της δραματικής μείωσης των θέσεων εργασίας, εξαιτίας της οικονομικής πολιτικής που ακολουθείται και των εξελίξεων στον τομέα της τεχνολογίας (που υποτάσσεται στο κέρδος) οι οποίες συρρικνώνουν τις ευκαιρίες απασχόλησης, αποδίδει δυσανάλογα μεγάλο μέρος της ευθύνης για την ανεργία στις δομές, τις λειτουργίες και τους προσανατολισμούς της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Το αίτημά της συνοψίζεται στον μονόπλευρο προσανατολισμό της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στις «ανάγκες της αγοράς», υπαινισσόμενη, εμμέσως πλην σαφώς, ότι αυτές οι τελευταίες πρέπει να είναι ο μόνος προσδιοριστικός παράγοντας παιδείας εν γένει.
Παραπλαντητικά επιχειρήματα
Το επιχείρημα ότι η προσαρμογή των σπουδών στις ανάγκες της «αγοράς» θα εξασφαλίσει άμεσα μια επικερδή εργασία στους αποφοίτους είναι, εκτός των άλλων, ολοκληρωτικά αβάσιμο και παραπλανητικό.
Η ανεργία των πτυχιούχων δεν οφείλεται στην έλλειψη των κατάλληλων ειδικοτήτων και δεξιοτήτων τους, όπως ισχυρίζονται το ΙΟΒΕ, ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων και λοιποί «συγγενείς», προβάλλει η κυρίαρχη πολιτική και παπαγαλίζουν τα ΜΜΕ.
Αν το πρόβλημα ήταν τόσο απλό, τότε μέσα από μέτρα αναδιανομής του αριθμού των εισακτέων στις διάφορες ειδικότητες -που σε έναν βαθμό μπορεί να γίνει και στα καπιταλιστικά πλαίσια- θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί.
Η ανεργία είναι αφενός σύμφυτη με τη συγκεκριμένη μορφή της κοινωνίας, καθώς, εκτός των άλλων, ο εφεδρικός στρατός των ανέργων χρησιμοποιείται από τους κυρίαρχους κύκλους για να συμπιέσει στο κατώτατο δυνατό όριο τις απαιτήσεις των εργαζομένων και να εντείνει την εκμετάλλευσή τους και αφετέρου στα χρόνια της «μνημονιακής χολέρας» πριμοδοτείται από την αποδιάρθρωση του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα της χώρας και τις τραγικές περικοπές στον δημόσιο τομέα.
Στην πραγματικότητα οι νέες γενιές εργαζομένων και ειδικά πτυχιούχων είναι κατά τεκμήριο πολύ πιο «μορφωμένες» απ’ ό,τι μια γενιά πριν: μεταπτυχιακές σπουδές, ηλεκτρονικός αλφαβητισμός, ξένες γλώσσες κ.λπ.
Παρ’ όλα αυτά, εντάσσονται με πολύ πιο δυσμενείς όρους στην αγορά εργασίας.
Βλέπουμε τους νέους σήμερα να δίνουν όλο και μεγαλύτερη σημασία στις σπουδές τους, να προσπαθούν να πάρουν όλο και πιο πολλά «χαρτιά» στα χέρια τους για να δημιουργήσουν περισσότερες και καλύτερες προϋποθέσεις εύρεσης εργασίας.
Το ερώτημα είναι: Βρίσκουν; Οταν δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας, πώς είναι δυνατόν να βρουν;
Η ανεργία είναι μια πραγματικότητα. Δεν πρόκειται για μια δυσλειτουργία του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, αντίθετα, είναι συστατικό-δομικό στοιχείο της λειτουργίας του.
Σε κάθε περίπτωση, οι συνθήκες που παράγουν τη μαζική ανεργία δεν είναι δυνατόν να αναιρεθούν από την όποια αλλαγή στο εκπαιδευτικό σύστημα. Το αντίθετο.
Το δικανικό επιχείρημα ότι η ανεργία θα εξαφανιστεί όταν η εκπαίδευση θα μπορεί να παράγει πτυχιούχους κατάλληλα καταρτισμένους ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των επιχειρήσεων οδηγεί στην άποψη ότι πηγή της ανεργίας δεν είναι ο καπιταλισμός αλλά η πλημμελής εκπαίδευση.
Η ανεργία, ωστόσο, θα εξακολουθήσει να υπάρχει όσο διατηρούνται οι γενικοί όροι που την παράγουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου