Οδηγό, με αναλυτική αναφορά στα δικαιώματα όσων συμμετέχουν ως ωφελούμενοι στα προγράμματα Κοινωφελούς Απασχόλησης, ετοιμάζεται να εκδώσει η Γενική Γραμματεία Κοινοτικών και άλλων Πόρων.
Αφορμή για τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία, έχουν σταθεί οι περιπτώσεις που έχει καταστρατηγηθεί η εργατική νομοθεσία, προκαλώντας αντιδράσεις στους κόλπους των συμμετεχόντων στα προγράμματα αυτά. Ακόμα και τώρα, που λήγει η β' φάση των προγραμμάτων που ξεκίνησαν το 2015, υπάρχουν περιπτώσεις ωφελούμενων, στους οποίους δεν χορηγούνται οι άδειες, παρά το γεγονός ότι από τη γενική γραμματεία έχουν εκδοθεί δύο αποφάσεις που ξεκαθαρίζουν ότι ισχύει το αντίθετο.
Αφορμή για τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία, έχουν σταθεί οι περιπτώσεις που έχει καταστρατηγηθεί η εργατική νομοθεσία, προκαλώντας αντιδράσεις στους κόλπους των συμμετεχόντων στα προγράμματα αυτά. Ακόμα και τώρα, που λήγει η β' φάση των προγραμμάτων που ξεκίνησαν το 2015, υπάρχουν περιπτώσεις ωφελούμενων, στους οποίους δεν χορηγούνται οι άδειες, παρά το γεγονός ότι από τη γενική γραμματεία έχουν εκδοθεί δύο αποφάσεις που ξεκαθαρίζουν ότι ισχύει το αντίθετο.
Πιο συγκεκριμένα στις 26 Οκτωβρίου 2015, σε επιστολή προς την ΚΕΔΕ και τον ΟΑΕΔ, διευκρινίστηκε ότι οι εργαζόμενες στα προγράμματα Κοινωφελούς Εργασίας, έχουν δικαίωμα στις άδειες κυοφορίας / λοχείας. Επίσης, οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα σε κανονική άδεια μετ' αποδοχών, όπως επίσης και σε αναρρωτικές άδειες. Το υπουργείο Εργασίας, επανήλθε στο θέμα, λίγες ημέρες μετά, στις 13 Νοεμβρίου 2015 και με εξαιρετικά επείγον έγγραφο, πάλι προς την ΚΕΔΕ, τονίζονται ξανά τα δικαιώματα του εργαζομένων, που υπόκεινται σε αυτή την πολύ ειδική σχέση εργασίας. Γίνεται λόγος για «πληθώρα υποβληθέντων σχετικών ερωτημάτων», που αναγκάζουν το υπουργείο να επανέλθει στο θέμα επισημαίνοντας τα εξής: «Ο εργαζόμενος δικαιούται (σ.σ. ήδη) κατά τον πρώτο χρόνο εργασίας του σε συγκεκριμένο εργοδότη να λάβει από την έναρξη της απασχόλησής του ποσοστό της ετήσιας κανονικής άδειας με αποδοχές, που προβλέπεται κατά τις κείμενες διατάξεις.»
Παραθέτει δε συγκεκριμένη διάταξη νόμου 3302/2004 (ΦΕΚ Α΄ 267/28-12-2004) περί «ρύθμισης ετήσιας άδειας εργαζομένων και άλλες διατάξεις», στο άρθρο 1, παράγραφος 1.α., όπου τονίζονται ρητά τα εξής: «1.α. Κάθε μισθωτός από την έναρξη της εργασίας του σε υπόχρεη επιχείρηση και μέχρι τη συμπλήρωση δώδεκα (12) μηνών συνεχούς απασχόλησης, δικαιούται να λάβει ποσοστό της ετήσιας κανονικής άδειας με αποδοχές κατ αναλογία με το χρόνο εργασίας που έχει συμπληρώσει στην ίδια υπόχρεη επιχείρηση. Το ποσοστό αυτό υπολογίζεται με βάση ετήσια άδεια εικοσιτεσσάρων εργάσιμων ημερών ή αν στην επιχείρηση εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, είκοσι (20) εργάσιμων ημερών, χωρίς να υπολογίζεται σε αυτές η ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία δεν απασχολούνται οι μισθωτοί λόγω του εφαρμοζόμενου συστήματος εργασίας.»
Μετά από τα παραπάνω, δεν αφήνεται κανένα περιθώριο αμφισβήτησης ότι και οι εργαζόμενοι στα Προγράμματα Κοινωφελούς Εργασίας, δικαιούνται ποσοστό από την άδειά τους, ήδη με τη συμπλήρωση του πρώτου (1ου) μήνα εργασίας τους στον ίδιο εργοδότη, ούτε στον τρόπο υπολογισμού της. Το υπουργείο Εργασίας, υπενθυμίζει ότι τo πρόγραμμα κοινωφελούς εργασίας έχει συγκεκριμένο προϋπολογισμό και χρονικό όριο υλοποίησης. Το γεγονός αυτό όμως δεν σημαίνει ότι για τους εργαζόμενους στην κοινωφελή αναστέλλονται τυχόν οι θεμελιώδεις έννοιες της ελληνικής και ενωσιακής εργατικής νομοθεσίας.
του Βασίλη Αγγελόπουλου
του Βασίλη Αγγελόπουλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου