oaednews

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014

Για ένα άδειο πουκάμισο, για μια «προσωπική διαφορά»


Συντάχθηκε απο τον/την Παναγιώτης Καρκατσούλης on .
hangersΜια ακόμη «μεταρρύθμιση» προ των πυλών: Επίκειται η κατάργηση της «προσωπικής διαφοράς» που διατήρησαν κάποιοι δημόσιοι υπάλληλοι (υψηλόμισθοι σε σχέση με τους υπολοίπους) μετά τις πρώτες οριζόντιες περικοπές στους μισθούς τους πριν από δύο περίπου χρόνια. Επιτέλους, δικαιοσύνη! Σπάνε τα στεγανά και τα ρετιρέ στο δημόσιο. Όλοι τα ίδια (προς τα κάτω, εννοείται). Το ένδυμα είναι απολύτως ίδιο με εκείνο των άλλων «μεταρρυθμίσεων»: Λαϊκισμός, μισές αλήθειες, εντυπωσιασμός, πρόσκαιρη ικανοποίηση «μνημονιακών επιταγών». Εκείνο το οποίο εξακολουθεί, σταθερά, να μην αποτελεί αντικείμενο της «μεταρρύθμισης» είναι η μεταρρύθμιση καθαυτή.

Εξηγούμαστε: Ναι, είναι αλήθεια ότι στο προηγούμενο «ενιαίο μισθολόγιο» υπήρχαν πολλαπλές εξαιρέσεις που το είχαν καταστήσει απλώς ευφυολόγημα. Η γνωστή πελατειακή συνταγή είχε εφαρμοστεί και στο μισθολόγιο. Προσχηματικά ενιαίο, έφθασε σε σημείο να έχει περί τις 400 εξαιρέσεις με την μορφή επιδομάτων σε διάφορες κατηγορίες εργαζομένων στο δημόσιο. Πάντοτε, οι εξαιρέσεις παρουσιάζονταν ως «πιέσεις» από εργαζόμενους-συνδικαλιστές (οι οποίοι αποτελούσαν ωστόσο, σάρκα από τη σάρκα των πολιτικών). Ο πανταχόθεν βαλλόμενος σήμερα συνδικαλισμός δεν αποτελούσε παρά τον προθάλαμο των πολιτικών κομμάτων που ασκούσαν την διακυβέρνηση με μια εσωτερική κατανομή ρόλων του τύπου «badcap»/ «goodcap».
Οι ανισότητες ακόμη και μεταξύ ομοιόβαθμων ήταν ο κανόνας. Το περιούσιο Υπουργείο Οικονομικών διατηρούσε την απόλυτη πρωτοκαθεδρία στα παχυλά επιδόματα και ακολουθούσαν άλλοι πτωχότεροι συγγενείς. Παρεπόμενη συνέπεια της πελατειακής αυτής σχέσης ήταν να μεταβληθεί η ιδιότυπη κινητικότητα σ’ ένα από τα πιο αξιοζήλευτα και σπουδαία ρουσφέτια: Η μετακίνηση ενός «κοινού» υπαλλήλου προς το Υπουργείο Οικονομικών ήταν- εξ αιτίας των παχυλών ΔΙΒΕΕΤ[1]- μια στρατηγική κίνηση για την «αποκατάσταση» ενός υπαλλήλου (συν γυναιξί και τέκνοις). Εάν επρόκειτο για θέση προϊσταμένου σε ΔΟΥ, τότε, αυτό αποτελούσε μείζον πολιτικό ρουσφέτι, το οποίο, συχνά, επέσυρε ομηρικούς καυγάδες μεταξύ βουλευτών και Υπουργών. Εννοείται ότι η δουλειά γινόταν «με το αζημίωτο». Ο υποψήφιος ΔΟΥάρχης προσομοίαζε με υποψήφιο βουλευτή. Έπρεπε, πέρα από την κομματική στήριξη, να διαθέσει ένα ικανό βαλάντιο προκειμένου να «αγοράσει» τη θέση και, εν συνεχεία, να κάνει πολλά περισσότερα για να ανταποδώσει τη χάρη που του έκαναν τα «αφεντικά». Έτσι, δημιουργήθηκε η «ενδημική» διαφθορά και η ακόμη πιο ενδημική τάση των Ελλήνων να φοροδιαφεύγουν. Ποιοι πρωτοστατούσαν σ΄ αυτή την εξαχρείωση πέραν των ίδιων των διεφθαρμένων υπαλλήλων; Μα, οι σημερινοί κήνσορες και τιμητές. Πολλά στελέχη του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας που κυβέρνησαν επί τέσσερις συναπτές δεκαετίες διατήρησαν, διασφάλισαν και γενίκευσαν αυτή την πρακτική. Τελευταία πράξη στο δράμα του μισθολογίου στην ίδια ακριβώς λογική: Αντί να προχωρήσουν σε μια γενναία μεταρρύθμισή του, προχώρησαν στις οριζόντιες περικοπές. Προκειμένου, όμως, να μετριάσουν τις αντιδράσεις εφηύραν την προσωπική διαφορά την οποία, τώρα, οι ίδιοι έρχονται να καταργήσουν (υπό την πίεση της Τρόϊκας και του Μνημονίου, εννοείται...).
Η μεταρρύθμιση στο μισθολόγιο ήταν, είναι και παραμένει, εν τω μεταξύ, desideratum. Η σύνδεση του μισθού με την απόδοση που είναι η μόνη προσήκουσα αλλαγή προκειμένου να τελειώσουμε με την Σκύλλα των επιδομάτων χωρίς όμως να πέσουμε στην Χάρυβδη της ισοπέδωσης- που σήμερα παρουσιάζεται ως μεταρρύθμιση- αργεί. Ποια είναι τα βασικά προβλήματα για μια τέτοια μεταρρύθμιση- πέραν της διαπιστωμένης έλλειψης πολιτικής βούλησης;
Α. Η κυκεωνική πρωτογενής και δευτερογενής νομοθεσία. Αδυναμίες (ακόμη και) στη συλλογή, την κατανόηση και την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας η οποία βρίθει περιπτώσεων, εξαιρέσεων και ειδικών διατάξεων. Η ύπαρξη μισθοδικείου δεν απλοποιεί αλλά περιπλέκει τα πράγματα, αφού (ούτε και εδώ) η Πολιτεία δεν εφαρμόζει τις αποφάσεις των Δικαστηρίων.
Β. Η αδυναμία των Υπουργείων να σχεδιάσουν πολιτικές που να καταλήγουν σε αποτελέματα τα οποία αυτά- και μόνον αυτά- συνδεόνται με τις μισθολογικές απολαβές. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει, καν, η έννοια της δημόσιας πολιτικής. Επομένως, απουσιάζουν βασικές έννοιες, όπως εκείνη της στρατηγικής, της παρακολούθησης της εφαρμογής και της αξιολόγησης των αποτελεσμάτων της πολιτικής. Πολλώ δε μάλλον, δεν υπάρχει η έννοια του χρονικού ορίζοντα. Οι έννοιες «παρόν», «παρελθόν» και «μέλλον» συμποσούνται όλες στο «τώρα» και στο «επείγον». Η εντολή δεν νοείται να ισχύει σε βάθος χρόνου, ενώ, αντίθετα, αυτό είναι κανόνας στον προγραμματισμό ενός έργου. Η εντολή αίρεται με μια άλλη εντολή, η οποία- και εκείνη- ισχύει την στιγμή που δίνεται. Αυτό το διαρκές παρόν έχει ως αποτέλεσμα μια πολτική να εξαντλείται στην ανακοίνωσή της από έναν Υπουργό. Έτσι ακριβώς και με το μισθολόγιο: Δεν αποτελεί αμοιβή για παραγόμενο έργο αλλά περισσότερο ένα αντάλλαγμα για τη θέση που κατέχει ο υπάλληλος που δίνεται «μήνας μπαίνει-μήνας βγαίνει».
Και η λύση; Πως θα μεταβούμε από το σημερινό σύστημα της αμοιβής/bonus σε ένα σύστημα που θα αμοίβει το παραγόμενο έργο; Αναπόδραστα στοιχεία της λύσης είναι τα ακόλουθα:
1.  Άμεση εφαρμογή του νόμου 4048/2012 για την καλή νομοθέτηση και για τα θέματα του μισθολογίου. Μόνον έτσι θα υπάρξει ανάσχεση στον σημερινό δυισμό όπου άλλα ανακοινώνονται, άλλα ψηφίζονται και, εν τέλει, άλλα εφαρμόζονται.
2. Η εκπόνηση Σχεδίων Δράσης για κάθε Υπουργείο που θα περιλαμβάνουν συγκεκριμένους στόχους και προσδοκώμενα αποτελέσματα. Αυτά θα πρέπει να αποτελέσουν βασικά εισερχόμενα κατά τη διαμόρφωση του προϋπολογισμού (και του μισθολογίου, εννοείται).
3. Η άμεση ενεργοποίηση παλαιότερων επεξεργασιών για τον προϋπολογισμό προγραμμάτων σε συνεργασία με το Γενικό Λογιστήριο Κράτους. Ο μεθεπόμενος προϋπολογισμός μπορεί να είναι, σε πολλά του κεφάλαια, προϋπολογισμός προγραμμάτων. Ένας τέτοιος προϋπολογισμός θα επιτρέπει τη δημιουργία ενός μισθολογίου που θα στηρίζεται στην απόδοση του υπαλλήλου κι όχι στην αρχαιότητα ή απλά στη θέση που κατέχει.
4. Μια και μόνη πραγματική αναδιοργάνωση: Δημιουργία ενός ισχυρού Υπουργείου Διοίκησης στη θέση του σημερινού αλλαλούμ, όπου άλλος ορίζει την πολιτική για το προσωπικό, άλλος για τις αμοιβές κι άλλοι έχουν την ευθύνη για την ουσιστική αξιολόγηση του έργου των υπαλλήλων.
Γνωρίζω καλά ποιές θα είναι οι αντιδράσεις των σημερινών ψευτο-μεταρρυθμιστών: Δεν θα έχουν χρόνο για τέτοιες μεταρρυθμίσεις και θα είναι, επίσης, πιεσμένοι από τους δανειστές.
Αλλά, όπως είπαμε και παραπάνω γι’ αυτούς δεν υπήρχε ποτέ χρόνος τα τελευταία 40 χρόνια.
Το μέλλον μπορεί να το διασφαλίσουν μόνον οι μεταρρυθμίσεις- και εκείνοι που θα αναλάβουν να τις κάνουν. Γι αυτό και το πρόταγμα της μεταρρύθμισης είναι όρος επιβίωση όχι μόνο για το ελληνικό δημόσιο αλλά για το σύνολο της κοινωνίας μας.

1 σχόλιο:

  1. "Άμεση εφαρμογή του νόμου 4048/2012...."
    (Σα να λέμε: «Για μια Ελένη, για ένα άδειο πουκάμισο»).
    Και γιατί να μην εφαρμόσουμε το πρίν του Ν. 4048/12 ενιαίο?

    ΑπάντησηΔιαγραφή